Η ελληνική εξωτερική πολιτική χρειάζεται επειγόντως εξορθολογισµό

15:43 - 26 Μαρτίου 2025

Η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης επιβεβαίωσε τις αποκλίσεις που υπάρχουν µεταξύ των κρατών-µελών και τη δυσκολία διαµόρφωσης κοινής στάσης απέναντι στα δύσκολα γεωπολιτικά ζητήµατα. Σε αυτό το ήδη επιβαρυµένο σκηνικό η Αθήνα θα πρέπει σύντοµα να λύσει τις αντιφάσεις της και να αποφασίσει ποια στρατηγική θα ακολουθήσει. Και έναντι της Τουρκίας και σε σχέση µε τον περιφερειακό και διεθνή περίγυρό µας. ∆ιότι σε µεγάλο βαθµό τα δύο πεδία συνδέονται. Οι αντιφάσεις στα ελληνοτουρκικά µεταφέρονται αναπόφευκτα στις σχέσεις µας µε τρίτους, διότι σε πολλές περιπτώσεις και τα δικά τους συµφέροντα και οι υποθέσεις επηρεάζονται από την αλληλεπίδρασή τους µε την Τουρκία.

Στην περίπτωση της ευρωπαϊκής Λευκής Βίβλου για την Αµυνα η Αθήνα θέλει και ορθώς να αποτρέψει την εµπλοκή της Αγκυρας στις αµυντικές διεργασίες της Ευρώπης.
Σε πρώτη φάση αυτό φαίνεται να επιτυγχάνεται, αλλά υπάρχουν αρκετές ασάφειες και γκρίζες ζώνες στις κατ’ αρχήν αποφάσεις.Οπότε θα χρειάζεται διαρκής διπλωµατική παρέµβαση και διαπραγµάτευση από ελληνικής πλευράς για να αποτραπεί η τουρκική διείσδυση στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας και τα κοινά εξοπλιστικά προγράµµατα. Αν η Τουρκία επιτύχει να συµµετάσχει στην ευρωπαϊκή άµυνα, αυτό θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά υπέρ της σε επίπεδο χρηµατοδοτικό, τεχνολογικό και διπλωµατικής µόχλευσης εντός της Ευρώπης.

Η Ε.Ε. βρίσκεται σε στρατηγική σύγχυση και πολιτικό κατακερµατισµό. Η Τουρκία επιχειρεί να εκµεταλλευθεί τις ρηγµατώσεις και τη µυωπική επιδίωξη ικανοποίησης στενών συµφερόντων από τα κράτη-µέλη, που συχνά υπονοµεύουν τη συνολική ευρωπαϊκή προοπτική, η οποία δεν αποτελεί
πλέον πυξίδα για τις αποφάσεις. Τα όποια αντανακλαστικά περιορισµού της τουρκικής παρέµβασης στις αµυντικές υποθέσεις της Ε.Ε. από συγκεκριµένα ευρωπαϊκά κράτη οφείλονται στη διαφύλαξη των συµφερόντων της δικής τους αµυντικής βιοµηχανίας και στην απόσπαση όσο το δυνατόν µεγαλύτερου µέρους από τη διανοµή των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Είναι strictly business και
αυτό αύριο µπορεί να αλλάξει.

Για την Ελλάδα όµως είναι µείζον θέµα ασφαλείας. Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Η κυβέρνηση έχει προγραµµατίσει για τις αρχές Απριλίου την πραγµατοποίηση του Ανώτατου Συµβουλίου Κυβερνητικής Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας. Η λογική των «ήρεµων νερών», του εξωραϊσµού της Τουρκίας και της υποβάθµισης της τουρκικής απειλής συνεχίζεται. Αυτά, ενώ δεν έχει αλλάξει τίποτα στην τουρκική στάση απέναντι στην Ελλάδα, αντιθέτως, ενώ και στο εσωτερικό ο Ερντογάν κλιµακώνει την αυταρχική διακυβέρνηση φυλακίζοντας οποιονδήποτε αµφισβητεί τη µονοκρατορία του, µε τελευταίο περιστατικό τη σύλληψη του δηµάρχου Κωνσταντινούπολης και βασικού πολιτικού αντιπάλου του Εκρέµ Ιµάµογλου. Ετσι η Αθήνα δίνει ένα διπλό συγχωροχάρτι στον Ερντογάν και για την επιθετική και αναθεωρητική πολιτική του έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου και για τη µετάπτωση του τουρκικού καθεστώτος σε ισλαµοδικτατορικό.

Τούτων δοθέντων, θα είναι δύσκολο για την ελληνική πλευρά να επιχειρηµατολογήσει υπέρ του αποκλεισµού της Τουρκίας από τις ευρωπαϊκές αµυντικές εξελίξεις, έχοντας η ίδια δώσει την εικόνα µιας κανονικής κατάστασης, η οποία στην πραγµατικότητα µόνο κανονική δεν είναι. Η ελληνική επιχειρηµατολογία θα αντιφάσκει και θα αυτοαναιρείται. Από τη µία διακυβερνητική συνεργασία στο ανώτατο επίπεδο και από την άλλη παρουσίαση της Τουρκίας ως αυτό που όντως είναι, απειλή και ασύµβατη µε το ευρωπαϊκό πλαίσιο σε κάθε του πτυχή.

Επίσης η συνάντηση κορυφής Ελλάδας – Τουρκίας θα συµπέσει χρονικά µε τις ηµέρες που εκτός απροόπτου θα διεξαχθεί και η τριµερής κορυφής Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, η οποία θα έχει αντικείµενο τα ενεργειακά και τα θέµατα ασφαλείας της περιοχής. Η ίδια η εγγύτητα των ηµεροµηνιών είναι προβληµατική και στέλνει συγκεχυµένα µηνύµατα. Με δεδοµένο ότι το Ισραήλ βρίσκεται πλέον σε τροχιά σύγκρουσης µε την Τουρκία και ότι η Αθήνα προσδοκά στη διπλωµατική βοήθεια της Ιερουσαλήµ προκειµένου να παρέµβει στην Ουάσινγκτον για να συγκρατήσει την Αγκυρα όταν θα ξεκινήσουν εκ νέου οι εργασίες για το ηλεκτρικό καλώδιο, η αντίφαση της ελληνικής πολιτικής µεταφέρεται και στη σχέση µας µε τους Ισραηλινούς…

Είναι προφανές ότι η ελληνική προσέγγιση θα πρέπει να εξορθολογιστεί και να λάβει υπόψη τη συνολική εικόνα, ιεραρχώντας τις προτεραιότητές µας. Οταν υποβαθµίζουµε το πρόβληµα µε την Τουρκία, εµµένοντας σε πολιτικές που τη διευκολύνουν, υπονοµεύουµε τη δική µας αξιοπιστία έναντι συµµάχων και εταίρων. Και αυτό είναι ολισθηρό σε µία συγκυρία που αποφασίζονται οι θέσεις των
χωρών στον νέο χάρτη και στα µεγάλα γεωοικονοµικά σχέδια. Πολύ περισσότερο που αυτοί οι οποίοι λαµβάνουν τις κεντρικές αποφάσεις βρίσκονται σε πορεία δοµικής κρίσης µε την Τουρκία και αναζητούν εναλλακτικές στην περιοχή. Εχουµε πει ότι χειρότερο από το να µη σου δώσουν ρόλο είναι να σου δώσουν και να μην ανταποκριθείς.

Κυριακάτικη Απογευματινή