Η κίνηση του Τριαντόπουλου και το τέλος για ένα καθεστώς προνομίων

Κάθε υπόνοια και καχυποψία για παιχνίδια σκοπιμότητας από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που συγκροτήθηκε επί τούτου καταρρέει
08:49 - 20 Μαρτίου 2025
Ο χειρισμός του Τριαντόπουλου ανοίγει περαιτέρω το κεφάλαιο της κατάργησης ή τουλάχιστον του δραστικού περιορισμού του ειδικού καθεστώτος περί ευθύνης υπουργών

Ο πολιτικός άνεμος για τη διαχείριση του δυστυχήματος των Τεμπών αλλάζει. Από εκεί που στον τοίχο βρίσκονταν κυβερνητικοί και κρατικοί κύκλοι, τελευταίες εξελίξεις μεταβάλλουν τα δεδομένα και στοχοποιούν πρακτικές της αντιπολίτευσης ή και των δικηγόρων των συγγενών των θυμάτων της τραγωδίας.

Οι ανατροπές συνίστανται σε δύο επίπεδα: Πρώτον, ο πρώην υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας κ. Τριαντόπουλος παραιτήθηκε του δικαιώματός του στη βάση του καθεστώτος ασυλίας των υπουργών και ζήτησε από την Επιτροπή της Βουλής από την πρώτη συνεδρίαση να παραπεμφθεί το θέμα απευθείας στην τακτική Δικαιοσύνη και το Δικαστικό Συμβούλιο που προβλέπεται. Έτσι κάθε υπόνοια και καχυποψία για παιχνίδια σκοπιμότητας από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που συγκροτήθηκε επί τούτου καταρρέει. Μαζί φυσικά και κάθε σχεδιασμός για τρικ δημιουργίας εντυπώσεων από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Δεύτερον, καταγράφονται σε βάρος του αρμόδιου εφέτη ανακριτή κ. Σ. Μπακαΐμη διάφορες πιέσεις, απειλές, συκοφαντίες και διεργασίες «δολοφονίας χαρακτήρα» από αδιευκρίνιστες πηγές ή μέσω διαδικτύου, πέραν των δηλώσεων σε βάρος του από τους συγγενείς θυμάτων, που δεν του επιτρέπουν, ή τουλάχιστον έχουν στόχο να μην του επιτρέψουν, να συνεχίσει με ήρεμη ψυχική κατάσταση, αξιοπιστία και μεθοδικότητα και να ολοκληρώσει το έργο του, προκειμένου να συγκροτηθεί με πληρότητα η συγκεκριμένη δικογραφία. Ταυτόχρονα, δικηγόροι εκπρόσωποι των συγγενών με διάφορες διαδικασίες, πραγματογνωμοσύνες, προσχήματα κάνουν ό,τι μπορούν για να υπάρξει καθυστέρηση στην ανάκριση, άρα και στην απόδοση κατηγοριών και την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.

Συγχρόνως, πολιτικοί και κόμματα της αντιπολίτευσης καταγγέλλουν εντός και εκτός Κοινοβουλίου ότι στόχος της κυβέρνησης, ενδεχομένως και της τακτικής Δικαιοσύνης, είναι να υπάρξει συγκάλυψη, αλλά και καθυστέρηση στη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης.

Όλα τα παραπάνω επιφέρουν βαθμηδόν ανατροπή του κλίματος που οδήγησε στις πλατείες της οργής και ανάκτηση της θεσμικής αξιοπιστίας από την κυβέρνηση ως εκτελεστική εξουσία και από την τακτική Δικαιοσύνη και τους εκπροσώπους της.

Ο χειρισμός όμως του κ. Τριαντόπουλου πέραν όλων των άλλων ανοίγει περαιτέρω το κεφάλαιο της κατάργησης ή τουλάχιστον του δραστικού περιορισμού του ειδικού καθεστώτος περί ευθύνης υπουργών. Εξαιτίας του γεγονότος μάλιστα ότι βρισκόμαστε στην αφετηρία μιας νέας αναθεώρησης του Συντάγματος. Στο τέλος της οποίας ένα αριστοκρατικού τύπου ειδικό καθεστώς προστασίας για τα μέλη των κυβερνήσεων μπορεί να εκπέσει. Γιατί δεν είναι δυνατόν η Βουλή να ασκεί καθήκοντα ανακριτή και μάλιστα να έχει τη δικαιοδοσία να κρίνει εάν μια υπόθεση θα παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη ή όχι, ή, από την άλλη, η Δικαιοσύνη να μην έχει καμία αρμοδιότητα ούτε καν να εξετάσει τυχόν ευθύνες πολιτικών προσώπων της εκάστοτε κυβέρνησης και το μόνον που μπορεί να πράξει είναι «αμελλητί» -παρακαλώ- να στέλνει τις υποθέσεις στους συναδέλφους στη Βουλή.

Εξοργιστικό μεταξύ των άλλων είναι ότι στη συγκρότηση μιας τέτοιου τύπου Προκαταρκτικής ή Προανακριτικής Επιτροπής την πλειονότητα των μελών έχει η ίδια η κοινοβουλευτική-κυβερνητική πλειοψηφία, στην οποία ανήκει ο υπουργός ή ο υφυπουργός οι ευθύνες του οποίου κρίνονται.

Σε μια Δημοκρατία όπως η ελληνική, που δεν αναγνωρίζονται καν τίτλοι ευγενείας, πόσω μάλλον ειδικά καθεστώτα προστασίας, η ασυλία σε υπουργούς, τραπεζίτες, ανώτατη γραφειοκρατία κρίνεται τουλάχιστον αντιδεοντολογική, αντιθεσμική και τελικά αντιπαραγωγική, και είναι διαρκής απαίτηση της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών η κατάργησή της.

Οι ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων στο Κοινοβούλιο πολύ συχνά μιλούν ενάντια σε αυτό το ειδικό καθεστώς προστασίας και διαχείρισης ευθυνών των υπουργών, αλλά στην πράξη με προβολή προσχημάτων αναβάλλουν τις αποφάσεις περί οριστικής κατάργησής του. Η κίνηση Τριαντόπουλου, όπως και άλλων πολιτικών στο παρελθόν, επιδεικνύει το ηθικό που θα πρέπει να καταστεί νομικά υποχρεωτικό, με την επερχόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος.

Εφημερίδα Απογευματινή