Οι ακαθαρσίες και ο ανεμιστήρας

Η τοξικότητα, όταν προσλαμβάνει μόνιμα χαρακτηριστικά όπως τους τελευταίους μήνες, υπονομεύει το δημοκρατικό πολίτευμα με ύπουλο τρόπο
12:31 - 15 Μαρτίου 2025

Δεν διάγει η Βουλή –και για την ακρίβεια δεν βίωσε τις τελευταίες εβδομάδες- τις καλύτερες μέρες της. Αυτό ασφαλώς οφείλεται στη λανθασμένη αντίληψη μερίδας του πολιτικού κόσμου ότι οξύνοντας το πολιτικό κλίμα και ραντίζοντάς το με τοξικό λόγο δημιουργούνται οι συνθήκες για να αποκομίσει κάποια κέρδη σε μία δηλητηριασμένη κοινωνία, αφού αυτή όταν είναι σε κατάσταση νηφαλιότητας, τους καταδικάζει στο περιθώριο της πολιτικής.

Τα τελευταία 20 τουλάχιστον χρόνια, σε κάθε έρευνα της κοινής γνώμης για τη διερεύνηση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους Θεσμούς, ο πολιτικός κόσμος, τα μέλη που τον αποτελούν, αλλά και κομματικοί οργανισμοί, βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις, αν όχι στην τελευταία.

Η αντίληψη αυτή της κοινωνίας είχε χειροτερέψει για το πολιτικό σύστημα στα χρόνια της κρίσης. Και όσα βιώνουμε το τελευταίο διάστημα στο ελληνικό Κοινοβούλιο, αλλά και έξω από αυτό με τη συμμετοχή πολιτικών προσώπων, έχουν αναδείξει μία γενικότερη παρακμή που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα. Το σημερινό. Ουδέποτε στο παρελθόν, όσο οξείες και αν ήταν οι πολιτικές αντιπαραθέσεις, ουδέποτε αναδύθηκε από τις αντιπαραθέσεις αυτές οσμή υπονόμου. Απλώς, τότε δεν ήθελε ο πολιτικός κόσμος να διαχυθεί σε αυτόν η οσμή αυτή και να τον ακολουθεί στην πορεία του στα κοινά. Κάτι που προφανώς αφήνει αδιάφορους σήμερα σε τέτοιες οσμές αρκετούς από τους εκπροσώπους του ελληνικού λαού.

To συμπέρασμα από τις δημόσιες συζητήσεις, που παρακολουθεί και ο ελληνικός λαός, κωδικοποιείται στη γνωστή αγγλική έκφραση «the shit hit the fan». Δηλαδή οι ακαθαρσίες κτύπησαν στον ανεμιστήρα. Και προφανώς το αποτέλεσμα λέρωσε τους περισσότερους, αν όχι όλους. Και τίθεται ένα ερώτημα: Ύστερα από όσες κατηγορίες και χυδαιότητες εξαπολύονται από συγκεκριμένους χώρους, πόσο άραγε μπορεί να ανέβουν η πολιτική και οι πολιτικοί στην εκτίμηση των πολιτών; Διότι κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά. Και ύστερα, αν η αποχή στις εκλογές κτυπήσει πάλι ταβάνι και το λευκό πάει σύννεφο, θα φταίει ο λαός ή ο… ανεμιστήρας;

‘Όλα αυτά συνιστούν μία υπονόμευση των θεσμών και της Δημοκρατίας εκ των έσω, έστω και αν οι πρωταγωνιστές αυτού του πολιτικού θεάτρου δεν έχουν συμφέρον να το κατανοήσουν αυτό και να αλλάξουν τακτική. O εσωτερικός εχθρός της Δημοκρατίας έχει έναν πολύ εύκολο ρόλο να παίξει, επειδή εκμεταλλεύεται το δικαίωμα της διαφωνίας που είναι συμφυές με την ίδια τη Δημοκρατία… Πραγματικά, η Δημοκρατία είναι αυτό το παράδοξο πολίτευμα που προσφέρει σε εκείνους που θέλουν να το καταργήσουν τη μοναδική δυνατότητα να προετοιμασθούν μέσα στη νομιμότητα…

Αυτές είναι οι διαπιστώσεις του Ζαν Φρανσουά Ρεβέλ από τη δεκαετία του ’80 κιόλας, και περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων στο βιβλίο του εκείνης της εποχής «Πώς οι δημοκρατίες εξαφανίζονται». Βεβαίως εκείνη την εποχή ο κίνδυνος του ολοκληρωτισμού που υπονόμευε τη Δημοκρατία είχε τον μανδύα του κομμουνισμού, στις αυταρχικές αρχές του οποίου πολλοί από τους σημερινούς πρωταγωνιστές της πολιτικής τοξικότητας γαλουχήθηκαν. Προφανώς μπορεί να χαρακτηριστεί και ως προφήτης ο Ρεβέλ διότι περιγράφει τον κίνδυνο αυτό για τους αριστερούς θύλακες που είναι στην αντιπολίτευση και που σήμερα, στα καθ’ ημάς, στην αντιπολίτευση βρίσκονται και, δυστυχώς απαρτίζουν τους λεκτικά ασχημονούντες.

Επιβεβαιώνοντας τον Ρεβέλ, αριστεροί είναι όσοι εισήγαγαν την τοξικότητα στην πολιτική ως νέο πολιτικό ήθος. Είναι το ήθος του αριβισμού, της συκοφαντίας, των ύβρεων και της χυδαιότητας, των απειλών, τα οποία δηλητηρίασαν τόσο την κοινωνία ώστε, σε μία ισοπεδωτική αντίληψη, να καταδικάζει σήμερα όλο το πολιτικό σύστημα. Η τοξικότητα, όταν προσλαμβάνει μόνιμα χαρακτηριστικά όπως τους τελευταίους μήνες, υπονομεύει το δημοκρατικό πολίτευμα με ύπουλο τρόπο. Άλλωστε οι αριστεροί ως κυβέρνηση απέδειξαν, με τις μεθόδους τους, τις περί δημοκρατίας αντιλήψεις τους.

Αμφιβάλλει κανείς για τη διαχρονικότητα των όσων υποστηρίζει ο Ρεβέλ για την υπονόμευση εκ των έσω της Δημοκρατίας; Ή για τη διαχρονικότητα μιας άλλης παραδοξότητας της Δημοκρατίας, που δεν είναι άλλη από το ότι δίνει την ευκαιρία σε κάθε ψηφοφόρο να κάνει, κάποια στιγμή, κάτι ανόητο; Μπορεί να μετανιώνει, αλλά διατηρείται το πάθημά του στη μνήμη του για να μην το ξανακάνει; Αυτό είναι το ερώτημα…

Εφημερίδα Απογευματινή