Διαλύεται το ΝΑΤΟ; Επί του παρόντος δεν έχουμε σοβαρές προσλαμβάνουσες ότι η διοίκηση Τραμπ προδιαθέτει για κάτι τέτοιο.
Αντίθετα, ως Ευρωπαίοι είχαμε και πριν από την εκλογική κορύφωση στην Αμερική του Νοεμβρίου, ότι σε περίπτωση επικράτησης του Ντ. Τραμπ για την προεδρία των ΗΠΑ θα ετίθετο το ζήτημα της ευθυγράμμισης των ευρωπαϊκών χωρών-μελών του Ατλαντικού Συμφώνου στη συμφωνία για διάθεση τουλάχιστον του 2% των δημόσιων δαπανών τους σε στρατιωτικούς σκοπούς.
Αυτή η συμφωνία δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπήρχε ως προτροπή αρχικά και ως ένα εν δυνάμει consensus στη συνέχεια, ως υποχρέωση συμμετοχής στο ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια, αν το Ατλαντικό Σύμφωνο λογίζεται ως κλαμπ ασφάλειας, η συνδρομή σε αυτό κυμαίνεται στο 2%-3% του ΑΕΠ των μελών τους για την εθνική τους άμυνα.
Όσα συνέβησαν στη συνέχεια, μετά το 2022 με τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στα εδάφη της ανατολικής Ουκρανίας επιβεβαίωσαν αυτή την αναγκαιότητα. Αλλά τίποτα μέχρι και την ορκωμοσία Τραμπ τον Ιανουάριο του 2025 δεν έπεισε τις κεντρικές δυνάμεις στην Ευρώπη, μάλιστα πολλές εξ αυτών εξόχως σημαντικές ως προς την πολεμική τους βιομηχανία, να επεκτείνουν τον εθνικό τους στρατιωτικό εξοπλισμό και δεινότητα. Προτίμησαν να αφοπλίζονται στρατιωτικά και να επενδύουν στην πολεμική τους βιομηχανία ως εξαγωγείς όπλων, αφήνοντας το κόστος τόσο το εθνικό τους όσο και της ευρωπαϊκής ζώνης στις ΗΠΑ.
Στην παρούσα φάση και εκ των υστέρων, εξαιτίας των αντιθέσεων στη στρατηγική των κρατών-μελών του πυρήνα στην Ευρώπη και της Ουάσινγκτον της δεύτερης προεδρίας Τραμπ ειδικά στα θέματα της προοπτικής ειρηνευτικής συμφωνίας στην Ουκρανία και των σχέσεων με τη Ρωσία, η Ευρώπη συζητά τον εξοπλισμό της. Σε μια πρώτη φάση έγινε εμφανής ο ανταγωνισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των κοινών δομών της οικονομικής, νομισματικής, εμπορικής ένωσης και των εθνικών ηγεσιών της Γαλλίας, της Γερμανίας και της εκτός Ευρώπης Βρετανίας που επιθυμούν να εξελιχθούν, αν πετύχουν τον συσχετισμό μεταξύ τους σε διευθυντήριο επί των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών.
Η επικεφαλής της Κομισιόν, κατά βάση αναρμόδια, Γερμανίδα Φον ντερ Λάιεν εξήγγειλε χρηματοδοτικό πλαίσιο της τάξης των 800 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς, με νέα κεφάλαια της τάξης των 150 δισ. ευρώ μέσω δανεισμού. Αρμοδιότητα τέτοιου επιπέδου θα είχε η Κομισιόν ύστερα από απόφαση ομόφωνη του Συμβουλίου για την κάλυψη του κόστους τυχόν ενιαίας αντιπυραυλικής ασπίδας για όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια.
Επίσης, για τη διάθεση κονδυλίων ή τη ρήτρα αποφυγής των δημοσιονομικών απαγορεύσεων. Στην παρούσα φάση η Κομισιόν προχωρά σε ανακοινώσεις επί της ενιαίας στρατιωτικής πολιτικής, πεδίο ανύπαρκτο εκ των κοινοτικών συνθηκών και η Γαλλία με τη Γερμανία ερίζουν για ποιες χώρες θα προμηθεύσουν τα όπλα υποχρεωτικά στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Ο Μακρόν ζητά να μοιρασθούν τα λεφτά με τους Γερμανούς και οι Γερμανοί επιθυμούν να βάλουν στο παιχνίδι τους Βρετανούς, τους Νορβηγούς και τους Ελβετούς. Όλοι μαζί συγκλίνουν να μπουν στο παιχνίδι οι Τούρκοι είτε στο πεδίο της Ουκρανίας είτε σύμφωνα με το Βερολίνο και φυσικά το Λονδίνο και στους ευρωπαϊκούς εξοπλισμούς.
Η Τουρκία ουσιαστικά -μια δημοσιονομικά και στα όρια οικονομικά χρεοκοπημένη χώρα- επιχειρεί δυναμική και πλήρως επεκτατική γεωπολιτική βασισμένη στον όγκο των στρατιωτικών της δυνάμεων και στην πολεμική της βιομηχανία. Εμπεδώνοντας ρόλο ηγετικής δύναμης στο ισλαμικό τόξο από την πλευρά των σουνητών, σε συσχετισμό με το Ιράν από την πλευρά των σιιτών, πέραν των «μαύρων» κεφαλαίων της παραοικονομίας της χρηματοδοτείται από την Κίνα, όπως και η Τεχεράνη, για να παίξει το παιχνίδι ισχύος του Πεκίνου στη Δυτική Ασία, τη Μεσόγειο, τον Καύκασο και την Αφρική. Η Ευρώπη με την έννοια αυτή συνεχίζει να λειτουργεί ανταγωνιστικά απέναντι στην Ουάσινγκτον, εχθρικά απέναντι στη Μόσχα και συντροφικά απέναντι στο global Πεκίνο.
Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα Απογευματινή