Η συναισθηματική φόρτιση της κοινωνίας είναι φυσικό να μην της επιτρέπει την ψύχραιμη στάση. Και βεβαίως δεν αναφερόμαστε στην αυθόρμητη στάση εκείνων που έκριναν σκόπιμο να συμπαρασταθούν στους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών με την παρουσία τους στις διαδηλώσεις της Παρασκευής της 28ης Φεβρουαρίου. Αναφερόμαστε στο μεγάλο ζήτημα της αμφισβήτησης της κρίσης της Δικαιοσύνης, η αντιμετώπιση της οποίας και η αξιολόγησή της από την κοινή γνώμη έχουν πολλά αντιφατικά χαρακτηριστικά. Για πρώτη φορά δε η αμφισβήτηση ξεκίνησε όχι εξαιτίας μιας δικαστικής απόφασης αλλά από τη διαδικασία κιόλας της ανάκρισης.
Ποια είναι τα αντιφατικά στοιχεία των σχετικών κρίσεων, χωρίς βεβαίως να παραβλέπουμε τη στοχοποίηση -μάλλον από φανατικούς, αν όχι και από ανεγκέφαλους- του εφέτη ανακριτή ο οποίος ασχολήθηκε με την υπόθεση. Στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση που είχε διενεργηθεί για την αξιοπιστία των θεσμών, η Δικαιοσύνη μαζί με τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Εκκλησία ήταν ψηλά στην εμπιστοσύνη της κοινωνίας, σε αντίθεση με το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα τα οποία ήταν στην τελευταία θέση. Αλλά, παρ’ όλ’ αυτά, δηλαδή παρά την έλλειψη εμπιστοσύνης στα κόμματα, εντούτοις ακόμη και αυτοί που δεν τα εμπιστεύονται φαίνεται να παρασύρονται από τη ρητορεία τους, έστω και αν σε ορισμένες περιπτώσεις είναι άκρως τοξική υπονομεύοντας τον θεσμό.
Επίσης, πάνω στο ίδιο ζήτημα της εμπιστοσύνης προς τη Δικαιοσύνη άκουγα τις προάλλες παλαιό δικαστικό και επίτιμο πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων να υπενθυμίζει έρευνα εταιρείας δημοσκοπήσεων από την οποία είχαν προκύψει τα εξής ενδιαφέροντα, που αξίζει να ληφθούν υπόψη. Και να εξαχθούν και ανάλογα συμπεράσματα. Οι ερωτηθέντες είχαν χωριστεί από την εταιρεία σε αυτούς που είχαν μία εμπλοκή με τη Δικαιοσύνη, είτε ως κατηγορούμενοι είτε ως ενάγοντες, είτε ως δικηγόροι ή πολιτική αγωγή. Η άλλη κατηγορία δεν είχε κάποια εμπλοκή. Λοιπόν, αυτοί που είχαν νταραβέρι με τη Δικαιοσύνη, ακόμη και αυτοί που κάθισαν στο εδώλιο, είχαν σε ένα συντριπτικό ποσοστό εκφράσει την εμπιστοσύνη τους στον θεσμό. Αντιθέτως, είχαν έλλειψη εμπιστοσύνης οι άλλοι, και ειδικότερα αυτοί των οποίων το μορφωτικό επίπεδο δεν ήταν υψηλό.
Αυτή είναι η άποψη της κοινωνίας, βεβαίως, η οποία μπορεί να παρασύρεται κάποιες φορές, μπορεί και όχι. Τη μεγάλη ζημιά στην τρίτη εξουσία την κάνουν -και επομένως επηρεάζουν την κοινή γνώμη-, όσοι αμφισβητούν και την ικανότητα και την ανεξαρτησία της και κατέχουν συγκεκριμένες θέσεις επιρροής στην κοινωνία, είτε είναι πανεπιστημιακοί είτε κινούνται επαγγελματικά στις παρυφές της Δικαιοσύνης, και επομένως η άποψή τους είναι φυσικό να λαμβάνεται υπόψη από τους πολίτες. Είτε η άποψη αυτή είναι λανθασμένη είτε υπερβολική. Διότι αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι μπορεί να υποκρύπτει κομματικά ή ιδεολογικά ελατήρια…
Εφημερίδα Απογευματινή