Η Ελλάδα, ως μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και ως εταίρος των ΗΠΑ με διμερή στρατηγική θέση, εκ της θέσης της αλλά και της πάγιας αξιακής αντίληψής της περί Διεθνούς Δικαίου στήριξε την Ουκρανία και την ηγεσία του Κιέβου, όταν τον Φεβρουάριο του 2022 δέχθηκε εισβολή η χώρα από τις ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις. Αυτή ήταν μια φυσική εξέλιξη με τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη να στέκεται στο πλευρό της Δύσης, συμμετέχοντας στις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας αλλά και με ενεργή στήριξη της αμυνόμενης Ουκρανίας σε όλα τα πεδία. Και σε αυτό της ανθρωπιστικής βοήθειας και σε εκείνο της στρατιωτικής με ταυτόχρονες διευκολύνσεις των δυτικών, ειδικά των αμερικανικών δυνάμεων στη μετακίνησή τους προς τη ζώνη της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
Η Ελλάδα σε όλα τα προηγούμενα χρόνια στήριξε ως αμυνόμενη χώρα την Ουκρανία και δεν συνέδραμε μια επιθετική στρατηγική σε βάρος της Ρωσίας. Αυτή η ειδοποιός διαφορά θα πρέπει στην παρούσα φάση πλέον να γίνει ξεκάθαρη και να ορίσει το πέρασμα της προηγούμενης εποχής επί διακυβέρνησης Μπάιντεν στις ΗΠΑ στη νέα εποχή Τραμπ, με την επιδίωξη της ειρήνης στον ρωσοουκρανικό πόλεμο και την επιδίωξη διάταξης νέας Ευρασίας. Όσα συζητούνται στο εσωτερικό της Ελλάδας στην παρούσα φάση από μέρος της δεξιάς και της αριστερής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και στη στρατηγική που ακολουθήθηκε δεν έχουν καμία ουσιώδη σημασία, ούτε ενισχύουν τα επιχειρήματα ουδετεροφιλίας που ούτως ή άλλως υποστηρίζονταν τα προηγούμενα χρόνια, θέτοντας την Ελλάδα ως γεωπολιτικό υποσύνολο της Τουρκίας.
Η Ελλάδα στην παρούσα πλέον φάση έχει δηλώσει από την πλευρά του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη ότι δεν σκοπεύει να αποστείλει στρατεύματα ή εξοπλισμούς υπό μια ευρωπαϊκή εντολή ομάδων «προθύμων» σε μια επιδίωξη συνέχισης ή διεύρυνσης του μετώπου του πολέμου μεταξύ Κιέβου και Μόσχας, προσβλέποντας σε μια ειρήνη διαρκείας στην περιοχή μετά την αμερικανική παρέμβαση. Η Ελλάδα συνεχίζει να κινείται περιοριστικά ως μέρος πολυμερών οργανισμών και δομών όπως το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να νιώθει προσβεβλημένη που δεν προσκαλείται σε ad hoc συνόδους ομάδων κρατών είτε στο Παρίσι είτε στην Αγγλία με στόχο μια αυτονομημένη και φιλοπολεμική στρατηγική, με στόχο τη διάσπαση της ρωσικής επικράτειας σε ζώνες, αντίθετη ούτως ή άλλως με την επίμονη τακτική της Ουάσινγκτον και της διοίκησης Τραμπ να θέσει τέλος στη σύγκρουση επί του ουκρανικού εδάφους.
Η τοποθέτηση της Αθήνας για μη στρατιωτική συμμετοχή σε εγχειρήματα που θυμίζουν Κριμαϊκό Πόλεμο απογοητεύει ενδεχομένως ευρωπαϊκές κεντρικές δυνάμεις, που επιθυμούν να αποτελέσουν ένα διευθυντήριο των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών υπό τη μορφή μιας νέας Αντάντ. Αλλά η Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν έχει λόγο να μη νιώθει ασφαλής ως ευρωπαϊκή ζώνη από τις διαβεβαιώσεις ειρήνης και συνεργασίας που δίνει η ηγεσία της Ρωσίας και γίνονται αντιληπτές ως ισχυρές από την ηγεσία των ΗΠΑ.
Οι επαφές που ήδη είχε σε επίσημο και ανεπίσημο επίπεδο η ελληνική διπλωματία στην Ουάσινγκτον δίνουν τον τόνο και το πλαίσιο μέσα στο οποίο έχει λόγους να κινείται με συνέπεια η Ελλάδα, συμμετέχοντας ενεργά και στη διαδικασία, στη βάση των εθνικών συμφερόντων και ευκαιριών που της δίνει o επανεξοπλισμός της Ευρώπης. Η εθνικοποίηση και η βιομηχανοποίηση της χώρας στη βάση της καινοτομίας -πέραν του ενεργειακού τομέα- και της παραγωγής μαζί με τους Αμερικανούς, τους Ισραηλινούς και τους Άραβες θα δώσουν δυναμική αφετηρία επανεκκίνησης σε μία από τις πλέον ισχυρές, ούτως ή άλλως, εμπορικές ναυτικές δυνάμεις στον κόσμο και φυσικά στην Ευρώπη.
Εφημερίδα Απογευματινή