Οι σχέσεις της Αμερικής με την Ευρώπη δεν θα καθορισθούν τελικά μέσω ενός εμπορικού πολέμου, με δασμούς ένθεν κακείθεν. Αυτός ο λογαριασμός άλλωστε είναι φανερό ότι θα κλείσει στην περίπτωση που οι Ευρωπαίοι από κοινού αποφασίσουν να κλείσουν το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο σε βάρος της Αμερικής. Μια υπόθεση γύρω στα 200 δισ. εισαγωγής προϊόντων, υπηρεσιών και τεχνολογιών από την Αμερική στην Ευρώπη ουσιαστικά.
Οι σχέσεις της νέας Αμερικής, μετά την κήρυξη πολέμου από αυτήν στις δομές και τα δόγματα της παγκοσμιοποίησης, προδιαγράφονται στη Διάσκεψη του Μονάχου με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, να απευθύνεται με ένταση στο κοινό των 60 ηγετών και αξιωματούχων της Ευρώπης, λέγοντάς τους ότι «δυστυχώς, όταν κοιτάζω την Ευρώπη σήμερα, μερικές φορές δεν είναι σαφές τι συνέβη σε ορισμένους από τους νικητές του Ψυχρού Πολέμου». Και για να γίνει κατανοητός από την αρχή, ξεκαθαρίζει ότι «υπάρχει καινούργιος σερίφης στην Ουάσινγκτον».
Το κοινό του στην πρώτη αντίδραση δείχνει έκπληκτο. Παγωμένο. Αμήχανο. Σιωπηλό. Οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν δραματικά. Αυτό όμως δεν είναι το χειρότερο. Το πλέον δυστοπικό για τους «ιέρακες της κανονικότητας» στην Ευρώπη είναι ο ρυθμός. Οι κανόνες αλλάζουν άμεσα και η Ευρώπη για κάθε αλλαγή χρειάζεται δραματικά μεγάλο χρόνο. Αυτός δεν υπάρχει. Γίνεται αντιληπτό από την ηγεσία των Βρυξελλών και η επικεφαλής, πρώην υπουργός της Γερμανίας, δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι η Ουκρανία -χωρίς τις συνήθεις διαδικασίες, άλλωστε δεν πληροί τις προϋποθέσεις- θα ενταχτεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τι σημαίνει αυτό; Ότι η Ευρώπη θα αναλάβει το κόστος της ανοικοδόμησης, της αναδιοργάνωσης και της ασφάλειάς της.
Τρία τρισ. δολάρια τα υπολογίζει με μάλλον τρομολαγνικούς λογαριασμούς το διεθνές πρακτορείο Bloomberg, προσθέτοντας στα ποσά για την Ουκρανία και το κόστος επανεξοπλισμού των ευρωπαϊκών κρατών. Αλλά η Φον ντερ Λάιεν δεν έμεινε μόνον σε αυτό. Ανακοίνωσε ήδη, χωρίς συμβούλια και τις συνήθεις διεργασίες, ότι οι αμυντικές δαπάνες θα διαφεύγουν από τους δημοσιονομικούς κανόνες για το έλλειμμα και τα περιθώρια δαπανών του γκρουπ. Η Ελλάδα ήδη κερδίζει έναν από τους βασικούς στόχους της σε σχέση με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να επιχαίρει για λογαριασμό των Ελλήνων που υλοποιείται η σχετική πρότασή του.
Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Ντι Βανς δεν περιορίζεται σε αυτά. «Οι Ευρωπαίοι φοβάστε τους ψηφοφόρους σας και η Αμερική δεν μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό», δηλώνει. Θέτει ζητήματα δημοκρατίας, ελευθερίας του λόγου και πολιτικής έκφρασης. Υπονοεί ότι η δυτική Ευρώπη προσομοιάζει στις αντιλήψεις και τις πρακτικές αυταρχισμού και λογοκρισίας με την πρώην Σοβιετική Ένωση. Δικαιολογεί τις παρεμβάσεις Μασκ και στοχοποιεί με υπονοούμενα το είδωλο της Ευρώπης της παγκοσμιοποίησης, τη φρικαλέα Τούνμπεργκ. Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος δεν βρέθηκε στο Μόναχο ουσιαστικά για να μιλήσει για την Ουκρανία, το ΝΑΤΟ, τη συλλογική ασφάλεια απέναντι σε μια επιθετική Ρωσία. Πήγε για να θέσει προ των ευθυνών τους τους Ευρωπαίους αλλά και για να επαναφέρει τις αξίες της δημοκρατίας και τη σχέση των χωρών-κρατών της ελευθερίας με τις παραδοσιακές τους παραδοχές.
Ο Ντι Βανς πήγε στο Μόναχο για να διακηρύξει το τέλος των δογμάτων που διατύπωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσόρτσιλ την προτελευταία ημέρα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και αυτό μοιάζει πολύ οδυνηρό για τους εμφανιζόμενους ως οι πλέον Ατλαντικοί των Ατλαντικών, τους Άγγλους.