Έχουμε γράψει αρκετές φορές ότι η συγκυρία στην οποία έχουμε εισέλθει εδώ και αρκετό καιρό είναι ασύμμετρη, υπό την έννοια ότι οι παραδοχές, οι σταθερές και τα αξιώματα που ίσχυαν σε όλη την προηγούμενη μακρά περίοδο δεκαετιών πλέον δεν ισχύουν. Η έλευση του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ λειτούργησε ως επιταχυντής, πυροδοτώντας την αλλαγή με καταιγιστικούς ρυθμούς, αναφλέγοντας μία πολιτική, κοινωνική, πολιτισμική και γεωπολιτική διαδικασία η οποία προϋπήρχε και είχε ήδη μπει σε κίνηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο αδυνατεί να ακολουθήσει την ταχύτητα των αλλαγών και είναι τα κράτη-μέλη αυτά που προσαρμόζονται στον βαθμό που το καθένα αντιλαμβάνεται, θέλει και μπορεί. Διότι χρειάζονται και τα τρία.
Ένα κράτος να κατανοεί την αλλαγή, να επιθυμεί να ανταποκριθεί και να έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Ο νέος Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, μιλώντας στους Ευρωπαίους, είπε ότι ο αμυντικός προϋπολογισμός των χωρών του ΝΑΤΟ θα πρέπει να αυξηθεί στο 5%, μεταφέροντας την επιμονή του προέδρου Τραμπ. Εν ολίγοις, το επιχείρημα ήταν ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να φροντίσουν πλέον περισσότερο τα δικά τους θέματα ασφαλείας, τα οποία είναι οξυμένα και στον άμεσο περίγυρό τους, στα σύνορά τους, και στον Ινδοειρηνικό με την ανάσχεση της Κίνας, οπότε θα πρέπει και οι Ευρωπαίοι να αναλάβουν τα δικά τους.
Ο Αμερικανός πρόεδρος μέχρι στιγμής έχει επιλέξει να μη συναντήσει κανέναν από τους ανώτατους Ευρωπαίους αξιωματούχους, κάνοντας πράξη αυτό που είχε πει. Ότι θα συνδιαλέγεται σε διμερές επίπεδο με τους ηγέτες των κρατών με τους οποίους έχει πολιτική εγγύτητα και όχι με την ΕΕ ως ενιαία οντότητα.
Η επιβολή των δασμών αποτελεί οικονομικό εργαλείο διπλωματικού εξαναγκασμού προκειμένου να διαμορφώσει τις ευρωπαϊκές πολιτικές σε κατεύθυνση συμβατή με τον νέο αμερικανικό σχεδιασμό. Η συνολική ευρωατλαντική σχέση επαναδιατυπώνεται με όρους αυτοκρατορικούς εκ μέρους των ΗΠΑ, με την ΕΕ να αδυνατεί να συγκροτηθεί έστω στοιχειωδώς γεωπολιτικά. Οπότε η αναδιάταξη των συσχετισμών στο δυτικό στρατόπεδο γίνεται μονομερώς εκ μέρους της Ουάσινγκτον.
Η οποία κάνει τη δουλειά της, ενώ η Ευρώπη δεν κάνει τη δική της και από ό,τι φαίνεται ούτε πρόκειται. Επειδή αυτό δεν είναι πιθανό να αλλάξει, η Ελλάδα θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων κρατών και, χωρίς να απεμπολεί τα πλεονεκτήματα, τα δικαιώματα και τους μοχλούς εντός ΕΕ, να διαμορφώσει τη δέουσα στρατηγική στη σχέση μας με τις ΗΠΑ. Και να διορθώσει τα εκκωφαντικά λάθη που έχει κάνει και συνεχίζει να διαπράττει.
Εφημερίδα Απογευματινή