Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών ο Γιώργος Ρουμπάνης, ο πρώτος μεγάλος σταρ του ελληνικού αθλητισμού, καθώς έβγαλε στους δρόμους 8.000 Έλληνες που κάποτε έσπευσαν να τον υποδεχθούν στο αεροδρόμιο. Υπήρξε εμβληματική μορφή του ελληνικού στίβου, καθώς ήταν αυτός που χάρισε ένα ολυμπιακό μετάλλιο στην Ελλάδα ύστερα από 44 χρόνια. Ήταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης το 1956, όταν κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο μπροστά σε 130.000 θεατές σε έναν αγώνα που κράτησε 11 ώρες!
Γεννημένος στις 15 Αυγούστου 1929 στη Θεσσαλονίκη, έζησε μια ζωή που θα μπορούσε να είναι σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Ίσως για αυτό μετά τον αθλητισμό καταπιάστηκε με τον κινηματογράφο. Καταγόταν από τη Στεμνίτσα της Αρκαδίας, ο πατέρας του, Σάββας, ήταν γυμναστής και ο αδελφός του, Αριστείδης, αθλητής στίβου, ο οποίος εγκατέλειψε λόγω τραυματισμού τον ακοντισμό και τη σφαιροβολία και διέπρεψε ως μπασκετμπολίστας, αποκτώντας το προσωνύμιο «Μπουλντόζας».
Σχεδόν την ίδια εποχή ο Γιώργος Ρουμπάνης βρισκόταν στην Αθήνα ως φοιτητής στην Πάντειο. Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, στις εγκαταστάσεις του Πανελληνίου ξημεροβραδιαζόταν αυτός ο ψηλός -1,92 μ.- τύπος, που του άρεσε να γυμνάζεται, αλλά τα είχε μπλέξει όσον αφορά τα αθλήματα. Ξεκίνησε με την πυγμαχία, αλλά τα παράτησε όταν η φίλη του είπε ότι μπορεί να χαλάσει το πρόσωπό του, στράφηκε στο ποδόσφαιρο, μετά στο μπάσκετ, έκανε και λίγο δισκοβολία, δοκίμασε και μάλιστα με επιτυχία και στα εμπόδια.
Στα 22 του έβαλε στοίχημα με τον επικοντιστή του Πανελληνίου Θεοδόση Μπαλάφα. Θα κέρδιζε μια πάστα αν περνούσε τα 2,50 μέτρα. Τα πέρασε, κέρδισε την πάστα και τότε τον κέρδισε το επί κοντώ. Πήγε στους φοιτητικούς αγώνες και πρώτευσε, νικώντας το μεγάλο φαβορί που ήταν πρωταθλητής εφήβων. Ήταν ο τότε φοιτητής της Νομικής Κάρολος Παπούλιας, μετέπειτα Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η συνέχεια δόθηκε σε διεθνείς αγώνες στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου εντυπωσίασε τον Αμερικανό προπονητή Πέιτον Τζόρνταν. Αυτός τον κάλεσε στην Αμερική, ο Ρουμπάνης μάζεψε χρήματα ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του, του έδωσε και ο πρόεδρος του Πανελληνίου, Σπύρος Σκούρας, δύο δανεικά -και αγύριστα φυσικά- κοστούμια και μετά τους Μεσογειακούς Αγώνες του 1955 στη Βαρκελώνη μπήκε στο βαπόρι για την Καλιφόρνια.
![](https://www.iapogevmatini.gr/wp-content/uploads/2025/02/roumpanis-2.jpg)
ΦΟΙΤΗΤΗΣ ΚΑΙ ΦΟΥΡΝΑΡΗΣ
Φοίτησε αρχικά στο Οξιντένταλ -Διοίκηση Επιχειρήσεων- της Πασαντίνα, όπου ήταν προπονητής ο Πέιτον Τζόρνταν. Έκανε δουλειές του ποδαριού για να πληρώνει την υποτροφία του, αλλά μια μέρα ο Τζόρνταν τον είδε να καπνίζει και τον έδιωξε. Τότε βρέθηκε στο περίφημο UCLA με συναθλητή τον κορυφαίο σφαιροβόλο και εμπνευστή του περιστροφικού παλμού, Πάρι Ο’ Μπράιεν. Ταυτόχρονα δούλευε σε φούρνο.
«Έκανα επικύψεις, έλξεις… Υποχρεωτικά έπρεπε να αναπτύξω την ταχύτητα αντίδρασης για να αντεπεξέλθω στο να ελέγχω τα ταψιά με τα καρβέλια… Δυνάμωσα, γράμμωσα και έγινα αυτό που έγινα», είχε πει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Έπαιζε και πόκερ και κάποτε κέρδισε 100 δολάρια και με αυτά αγόρασε το πρώτο του αυτοκίνητο, με το οποίο μετέφερε τα κοντάρια του.
ΚΑΙ ΣΠΑΓΓΕΤΙ ΓΟΥΕΣΤΕΡΝ
Για να βρεθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης χρειάστηκε να χάσει ένα εξάμηνο, καθώς πήγε νωρίς για να εγκλιματιστεί. Πέρασε εύκολα στον τελικό, στον οποίο το όριο ήταν 4,15 μέτρα. Τα κατάφεραν και άλλοι 18 αθλητές. Την ημέρα του τελικού, που κράτησε 11 ώρες, πήγε χωρίς νερό στο στάδιο, αλλά κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο με 4,50 μ. -είχε ατομικό 4,40 μ.- και δέχθηκε συγχαρητήρια τηλεγραφήματα από τον τότε βασιλιά Παύλο και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Αργότερα έκανε ρεκόρ Ευρώπης με 4,60 μ., το οποίο κατέρριψε το 1964 ο Χρήστος Παπανικολάου.
Αποσύρθηκε το 1961, έναν χρόνο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης και στράφηκε στην κινηματογραφική βιομηχανία συνεργαζόμενος με τον Σπύρο Σκούρα, ξάδελφο του προέδρου του Πανελληνίου και ιδρυτή της Σκούρας Φιλμς, την οποία στη συνέχεια εξαγόρασε. Σε μια λαχειοφόρο της 20th Century Fox κέρδισε ένα δείπνο με τη Ράκελ Γουέλς, το οποίο απόλαυσε. Είχε πολύ καλή σχέση με τον Φρανκ Σινάτρα, τη Σίρλεϊ Μακλέιν, τη Μία Φάροου και τον Τζακ Πάλανς. Επέστρεψε στην Ελλάδα, έφτιαξε δική του διαφημιστική εταιρεία και έφερε στη χώρα τα θρυλικά σπαγγέτι γουέστερν.
Στη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο ΑΠΕ είχε ερωτηθεί αν υπήρξε αθλητής σαν τον Ρουμπάνη τις τελευταίες δεκαετίες και είχε αποκριθεί: «Ό,τι και να απαντήσω θα είναι εγωιστικό. Θα αναφέρω ότι όταν ρωτήθηκε ο Γιάννης Διακογιάννης, απάντησε ότι “ο Ρουμπάνης είναι ο μεγαλύτερος όλων των εποχών, όχι για αυτά που έκανε, αλλά για αυτά που μπορούσε να κάνει”.
Εγώ έκανα ερασιτεχνικό αθλητισμό. Είμαι ο πρώτος Έλληνας που έκανα γιγαντιαίο αιώρημα στο μονόζυγο. Κάτι άγνωστο στην Ελλάδα για την εποχή. Και με σωλήνες της εταιρείας ύδρευσης! Όχι με το σημερινό μονόζυγο, που λυγίζει κατά τη διάρκεια της άσκησης! Τώρα το επί κοντώ το ξέρω καλύτερα από τότε που αγωνιζόμουν. Το σημερινό κοντάρι ταυτίζεται με τον αθλητή, έχει ρυθμό. Είναι ένα αγώνισμα που έχει μεγάλο ενδιαφέρον».
Συμμετείχε σε μια σειρά από ιδρύματα και οργανωτικές επιτροπές, με κορυφαίο τον Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών το 1985, τον οποίο ίδρυσε μαζί με τον Ολυμπιονίκη της πάλης Δημήτρη Θανόπουλο.
Στις ΗΠΑ γνώρισε τη σύζυγό του, Νάνσι Γκόουλντ, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τη Ροζάνα, τον Δημήτρη και τον Βασίλη. Η εξόδιος ακολουθία θα γίνει την ερχόμενη εβδομάδα στο Α΄ Νεκροταφείο με δαπάνη της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.
Εφημερίδα Απογευματινή