Με την έλευση του Ντόναλντ Τραµπ στην προεδρία των ΗΠΑ πολλοί αναρωτιούνται πώς και προς τα πού θα κινηθεί η στρατηγική της υπερδύναµης από δω και πέρα. Παρότι οι τοποθετήσεις του ίδιου του Αµερικανού προέδρου είναι αρκετά διαφωτιστικές, οι διαδοχικές συνεντεύξεις του υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούµπιο, αποσαφηνίζουν έτι περαιτέρω τον προσανατολισµό. Σε µία αποστροφή του, η οποία πέρασε σχετικά απαρατήρητη, δήλωσε ότι ένας µονοπολικός κόσµος δεν είναι µία φυσική γεωπολιτική κατάσταση και ότι ήδη αυτό δεν ισχύει, προσδιορίζοντας την Κίνα κατά κύριο λόγο ως τον άλλο αντίπαλο πόλο, αφήνοντας
σε δεύτερο πλάνο τη Ρωσία. Η παραδοχή της µη µονοπολικότητας προκύπτει από αντικειµενικές διαπιστώσεις σχετικά µε τις δυνατότητες που διαθέτουν αφ’ ενός οι ΗΠΑ, αφ’ ετέρου οι αντίπαλοι, όπως η Κίνα.
Οι δυνάµεις της Αµερικής, παρότι παραµένει η ισχυρότερη δύναµη του πλανήτη οικονοµικά, στρατιωτικά και τεχνολογικά, δεν είναι απεριόριστες, ενώ την ίδια στιγµή οι αντίστοιχες της Κίνας σε αυτούς τους τοµείς αυξάνονται. Αυτό σηµαίνει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να κάνουν πλέον µία λελογισµένη χρήση των πόρων τους, στοχευµένη στην πραγµατική απειλή για τις ίδιες, τη ∆ύση συνολικά και τα φιλελεύθερα κράτη.
Εκτός κι αν κάποιος πιστεύει ότι µε τους Κινέζους «πλανητάρχες» ο κόσµος θα είναι καλύτερος. Αυτό µε τη σειρά του θέτει µία σειρά από περιορισµούς για το πού,
πώς και υπό ποιες προϋποθέσεις θα παρεµβαίνουν και µε ποιον τρόπο θα διαθέτουν τους οικονοµικούς και στρατιωτικούς πόρους τους οι Αµερικανοί. Η δηµοσιονοµική προοπτική των ΗΠΑ δεν αφήνει άλλα περιθώρια, ακόµα κι αν δεν ήταν γεωπολιτική επιλογή, η οποία εν πολλοίς επιβάλλεται από τα οικονοµικά
δεδοµένα. Η πορεία του χρέους και του ελλείµµατος δείχνει µη βιώσιµη και µη διαχειρίσιµη κατάσταση, οπότε οι περικοπές σε κάθε τοµέα και η αναδιάταξη των πόρων είναι µονόδροµος.
Αυτό σηµαίνει ότι οι ΗΠΑ, επειδή δεν έχουν την πολυτέλεια της πλήρους αποµόνωσης όπως πολλοί εσφαλµένως εκτιµούν και εφόσον θα πρέπει να επικεντρωθούν στο µέτωπο του Ινδοειρηνικού για την ανάσχεση της Κίνας, είναι υποχρεωµένοι να φτιάξουν υποσυστήµατα ασφαλείας και σταθεροποίησης στις περιοχές ενδιαφέροντος.
Αυτή η επαναδιατύπωση του παγκόσµιου συστήµατος ασφαλείας σε δύο µεγάλους πόλους, χονδρικά ΗΠΑ και Κίνας, που θα εµπεριέχουν διάφορα επιµέρους κέντρα µε οριοθετηµένα περιθώρια αυτονοµίας αναλόγως του µεγέθους και των δυνατοτήτων -θα είναι δηλαδή διπολικό και πολυκεντρικό-, έχει πυροδοτήσει µία κούρσα αύξησης στρατιωτικών και άλλων δυνατοτήτων και κατοχύρωσης ρόλου και χώρου. Προφανώς δεν θα έχουν τα ίδια περιθώρια π.χ. η Ινδία µε την Ολλανδία ή η Γαλλία µε τη Βουλγαρία, αλλά σχεδόν όλοι σπεύδουν να τοποθετηθούν. ∆εν είναι τυχαίο ότι η Ιταλία υλοποιεί ένα τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραµµα για να διεκδικήσει τον ρόλο της κυρίαρχης δύναµης στη Μεσόγειο ανταγωνιζόµενη τη Γαλλία και επιχειρώντας να περιορίσει την Ελλάδα.
Η χώρα µας µαζί µε την Κύπρο είναι τοποθετηµένες σε γεωγραφική θέση όπου εκ των πραγµάτων θα κληθούν να αναλάβουν ρόλο, υπό την προϋπόθεση ότι θα µπορέσουν να ανταποκριθούν. Η Τουρκία διεκδικεί επίσης αυτόν τον ρόλο γι’ αυτό οικοδοµεί στρατιωτικές δυνατότητες στον υπερθετικό βαθµό, µε έµφαση µεταξύ άλλων στο ναυτικό, παρότι ποτέ δεν υπήρξε ναυτική δύναµη µέχρι τώρα. Τον φυσικό ρόλο στην περιοχή που καλούνται να αναλάβουν Ελλάδα και Κύπρος τον διεκδικούν Ιταλία και Τουρκία, έως ένα βαθµό σε άτυπη συνεννόηση µεταξύ τους.
Είναι προφανές, για όποιον αντιλαµβάνεται στοιχειωδώς, ότι η χώρα δεν έχει περιθώριο ολιγωρίας και καθυστερήσεων ούτε στα εξοπλιστικά ούτε στην ενεργό γεωπολιτική και επιχειρησιακή παρουσία της, όπου δυστυχώς αυτοπεριορίζεται από τα φοβικά σύνδροµα από τα οποία κατατρύχεται. Ακόµα υπάρχει ανοιχτό γεωπολιτικό και χρονικό παράθυρο, αλλά επειδή οι εξελίξεις τρέχουν µε κινηµατογραφική ταχύτητα και τα πάντα έχουν µπει σε επιταχυντή δεν θα µείνει ανοιχτό
για πολύ.
Κυριακάτικη Απογευματινή