Η επιχείρηση πολιτικής κυριαρχίας στην Κεντροαριστερά δείχνει ότι αποτυγχάνει για μία ακόμη φορά. Αυτό τουλάχιστον καταγράφεται τόσο στις τελευταίες δημοσκοπήσεις όσο και στην πολιτική ανάλυση. Οι πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία συνεχίζουν να αντιλαμβάνονται ως αξιωματική αντιπολίτευση εντός και εκτός Κοινοβουλίου τον ΣΥΡΙΖΑ. Έστω και αν το κυρίαρχο αυτό κόμμα στην Αριστερά του πολιτικού συστήματος έχει χάσει έδρες μέσα από σειρά διασπάσεων. Οι παράγοντες της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας μέσα από μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας μετά τις εθνικές εκλογές του 2023 κατέληξαν με ανοιχτές διαδικασίες να επιβεβαιώσουν την ηγεσία Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ.
Με την επιλογή αυτή έχασαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν ένα διαφορετικό σχήμα τόσο σε επίπεδο προσώπων όσο και από την πλευρά πολιτικού περιεχόμενου και έκφρασης, επιβεβαιώνοντας τα αδιέξοδα του πρώην κυρίαρχου κόμματος διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ που δέσποζε στην ελληνική πολιτική για δεκαετίες. Στην παρούσα πλέον φάση γίνεται φανερό ότι ακόμη και σε συνθήκες πλήρους κρίσης εκπροσώπησης και ιδεών στην Κεντροαριστερά – Αριστερά το ΠΑΣΟΚ είναι όχι μόνο ξεπερασμένο ως δρων στο σύστημα διακυβέρνησης της χώρας αλλά και απολύτως απαξιωμένο, μάλλον πολιτικά βαρετό ως προς τις προσδοκίες που δημιουργεί με τη μάλλον συγκεχυμένη παρουσία του.
Θα πρέπει να σημειωθεί εξάλλου σχετικά με το ΠΑΣΟΚ του εκσυγχρονισμού ότι καταγράφεται απαξία για την ευρωπαϊκή και όχι μόνον ελληνική σοσιαλδημοκρατία σε ολόκληρη την ήπειρο, ακόμη και πριν από την εποχή Τραμπ. Πολύ περισσότερο μετά, όταν οι άνεμοι της αποπαγκοσμιοποίησης πετούν εκτός κάδρου το ελληνικό παράρτημα του γερμανικού SPD. Το ΠΑΣΟΚ με την έννοια αυτή μπορεί να παραμένει ένα μεσαίο κόμμα της τάξης του 15%, αλλά έχει πάψει να έχει προοπτικές εξέλιξής του σε κόμμα διεκδίκησης διακυβέρνησης.
Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ με όλο το σύμπαν των διασπάσεών του ευνοείται από τις εξελίξεις, ακόμη και από το γεγονός ότι οι κομματικοί σχηματισμοί τους έχουν πιο ευκαιριακό, άρα ευέλικτο χαρακτήρα ως προς τη δυνατότητά τους να συμπράξουν εκ νέου σε ένα καινούργιο πολιτικό σχήμα της Αριστεράς – Κεντροαριστεράς, χωρίς σχέση με το ΠΑΣΟΚ, πιο συγκροτημένο από το σημερινό χάος και πιο εμπροσθοβαρές ως προς την προγραμματική στρατηγική για τη χώρα.
Φυσικά για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να ενεργοποιηθεί ένας ηγέτης συμπεριληπτικός και με έντονους συμβολισμούς στο πρόσωπό του, που θα λειτουργήσει ως καταλύτης εξελίξεων και δυναμικής στην επόμενη Αριστερά εξουσίας. Με δεδομένο ότι δεν έχουν αναδειχθεί πρόσωπα τέτοιου βεληνεκούς στις ηγεσίες του συμπλέγματος των κομμάτων που άλλοτε λογίζονταν ως ΣΥΡΙΖΑ ή ως Συνασπισμός της Αριστεράς, η αναγκαιότητα της επαναφοράς του πρώην πρωθυπουργού κ. Αλ. Τσίπρα στο πολιτικό προσκήνιο ως συνεκτικού ηγέτη του χώρου μοιάζει μονόδρομος.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εποχή Τραμπ, που ξεκίνησε από την Αμερική και απλώνεται στην Ευρώπη, δίνει αέρα στα πανιά της «κυβερνώσας Αριστεράς», σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ. Ο Αλ. Τσίπρας με τα κόκκινα παπούτσια που συμμετείχε με άλλες ομάδες της ελευθεριακής Αριστεράς στις διαδηλώσεις στη Γένοβα τη δεκαετία του 2000 ενάντια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και την τότε δομούμενη παγκοσμιοποίηση έχει ενδιαφέρον και επιχειρήματα σήμερα, όταν η ίδια η Αμερική καταδικάζει την παγκοσμιοποίηση, επανέρχεται σε πολιτικές δασμών και αναδεικνύει το έλλειμμα ευημερίας και ισορροπίας στον πλούτο σε βάρος των λαών.
Η όλη οπτική της Αριστεράς, αυτής που δεν είναι ούτε κινεζόφιλη ούτε ρωσόφιλη αλλά κριτική στον χρηματιστηριακό καπιταλισμό, που πλέον εκπίπτει, έχει πολύ περισσότερα να πει από τη σοσιαλδημοκρατία του ευρωπαϊκού μονόδρομου, που χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Φυσικά η Αριστερά αυτή οφείλει να μιλήσει για την παραγωγή πλούτου αλλά και να απομονώσει τον woke δικαιωματισμό, που όμως ούτως ή άλλως υπηρετήθηκε με φανατισμό από τους κύκλους των φιλελευθέρων του πολιτικού Κέντρου.
Εφημερίδα Απογευματινή