Φούσκωσε το ποτάμι της οργής των Ελλήνων

Οι πολίτες είναι αγανακτισμένοι γι’ αυτούς που τους προσβάλλουν με τον βαρβαρισμό, την αδιαφορία ή τη στάση τους απέναντι στη ζωή
09:01 - 30 Ιανουαρίου 2025

Τα δικαστήρια στο Ηράκλειο της Κρήτης περικυκλώθηκαν από ένα οργισμένο πλήθος. Ήταν η ώρα της προσαγωγής του ζεύγους, του 44χρονου και της 26χρονης μητέρας, που φέρουν ευθύνες για την κατάσταση του νήπιου 3 ετών που χαροπαλεύει στη ΜΕΘ του τοπικού νοσοκομείου, χωρίς ιδιαίτερες πιθανότητες να μείνει στη ζωή. Οι ενδείξεις ότι το νήπιο έχει κακοποιηθεί σε ακραίο βαθμό πυκνώνουν. Το πλήθος της οργής στην είσοδο του γραφείου του ανακριτή είχε τη διάθεση να αυτοδικήσει. Να δώσει τιμωρία, χωρίς δίκη.

Το ζήτημα δεν είναι πολιτικό. Ούτε θέμα απόδοσης δικαιοσύνης. Ούτε ζήτημα πλημμελούς στάσης της Αστυνομίας. Είναι ζήτημα οργής. Απέναντι σε περιστατικά βαρβαρότητας. Ακραίας βίας απέναντι σε παιδιά ή γυναίκες. Ακόμη και συμπλοκών μέχρι θανάτου μεταξύ ανηλίκων. Από τη μια πλευρά, η κοινωνία οργίζεται απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα και επιζητά την αυτοδικία, θεωρώντας ότι η τακτική Δικαιοσύνη και η απόδοση ευθυνών δεν αξίζει στους πρωταγωνιστές αυτών των απερίγραπτων καταστάσεων. Από την άλλη, η κοινωνία νιώθει οργισμένη, γιατί τα περιστατικά αυτά ακραίας βίας και βαρβαρισμού πέραν κάθε φαντασίας συνεχίζονται και πολλαπλασιάζονται.

Θα πρέπει να σκεφθεί κανείς ότι η ελληνική κοινωνία οργίζεται με τους εμπλεκόμενους σε τέτοιες φρικώδεις ιστορίες ή τελικά οικτίρει τη δομή της για το κατάντημα. Όλοι αυτοί, οι εμπλεκόμενοι, δεν είναι μέρος ενός περιθωρίου. Είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Συνήθως στα σχετικά δημοσιογραφικά ρεπορτάζ οι γείτονες, οι φίλοι και οι συγγενείς τους δηλώνουν ότι δεν θα μπορούσαν να φαντασθούν κάτι σε σχέση με τις βάρβαρες πράξεις τους. Το συγκεκριμένο είναι που εξοργίζει την κοινωνική πραγματικότητα της χώρας.

Οι πολλοί θέλουν να σβήσουν ένα στίγμα στην κοινωνική συγκρότηση -που προκάλεσαν οι δράστες ή οι ελεγχόμενοι ως δράστες- το οποίο αφορά τους ίδιους. Δεν θέλουν να νιώθουν εφιάλτες για την κοινωνία των Ελλήνων. Από την άλλη, η διαρκής οργή στα πληκτρολόγια, που είναι η συνήθης πραγματικότητα στην καθημερινότητα, δεν βρίσκει εύκολα εικόνες σε μια καλύτερη ζωή, σε ένα νέο αναβαθμισμένο ήθος. Στα «πρέπει» και τα «διότι» που καταργήθηκαν για τους Έλληνες, χωρίς στη μαζική κουλτούρα να υπάρξουν νέα «λευκά» πρότυπα.

Οι κοινωνίες δεν μπορούν να συμβιώνουν σε κενό ιδεολογίας, ηθικής, συντονισμού, μόρφωσης που τις έχουν καταδικάσει. Πώς μπορεί ο Έλληνας να ορίσει τον δρόμο του στη δουλειά, την οικογενειακή και κοινωνική ζωή του, τη συμμετοχή του στη διαμόρφωση της πολιτικής τάξης, αφού δεν του έχουν αφήσει περιθώρια να αποκτήσει υπαρξιακό αυτοκαθορισμό; Πώς τα αλλοτριωμένα άτομα-καταναλωτές ή και οι άπληστα φιλόδοξοι για τον πλούτο και την επίδειξη, χωρίς ρόλους στο γραφείο και την οικογένεια, να μπορέσουν να ορίσουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο η κοινωνία δεν θα εξελιχθεί σε μια βαρβαρότητα για την παραδοσιακή αντίληψη περί πολιτισμού της δυτικής εσωτερικής συγκρότησης στους μοντέρνους καιρούς;

Πώς τα άτομα θα ξενιστούν σε κοινωνική συγκρότηση, θα βρουν εν ολίγοις την αρμονία, χωρίς παραδόσεις, ήθη, έθιμα, θρησκεία, εθνική ταυτότητα ως στοιχείο της ιστορίας των δεσμών ενός λαού, χωρίς γλώσσα ή χώρο, για να αναπνεύσουν οντολογικά και πολιτιστικά, και φυσικά χωρίς στιλ για να καθορίσουν το ίδιο τους το «εγώ»;

Οι Έλληνες επιδιώκουν σχεδόν υστερικά πλέον να επανακαθορίσουν τη ζωή, την πατρίδα, την προοπτική. Είναι ανυπόμονοι, νομίζοντας ότι αυτό θα τους παραχωρηθεί από έναν «από μηχανής θεό». Είναι οργισμένοι για την πραγματικότητά τους, είναι οργισμένοι για την έκπτωση και την παρακμή που τους αφορά, σχεδόν τους συμπεριλαμβάνει στο σύνολό τους. Δεν είναι έτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη της πραγματικότητάς τους, είναι επαρκώς οργισμένοι να εκδηλώσουν την αγανάκτησή τους γι’ αυτούς που τους προσβάλλουν με τον βαρβαρισμό, την αδιαφορία ή τη στάση τους απέναντι στη ζωή.

Εφημερίδα Απογευματινή