Μπορεί ο Ντ. Τραμπ να πιστεύει ότι σε μια ημέρα και με έναν νόμο θα πετύχει επίδειξη δύναμης στην Κίνα, όμως οι πραγματικές συνθήκες είναι διαφορετικές. Αυτό φάνηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, όταν η κινεζική startup DeepSeek λάνσαρε μέσω των εφαρμογών της Apple τη «γαλάζια φάλαινα».
Tο ανοιχτού κώδικα λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης R1 κυριάρχησε του Chat GPT της Open AI και δημιούργησε νέα δεδομένα στον αμερικανοκινεζικό ανταγωνισμό, οδηγώντας τα χρηματιστήρια Nasdaq και S&P 500 στον Καιάδα. Επίσης τις εταιρείες τεχνολογιών της επονομαζόμενης Big4 στα αζήτητα, με την περίφημη Nvidia των προηγμένων ημιαγωγών να χάνει σε λίγες ώρες κεφάλαια τρεις φορές μεγαλύτερα από το συνολικό ΑΕΠ της Ελλάδας. Εξαίρεση στην πτώση αποτέλεσε ο πιο βιομηχανικός δείκτης της Γουόλ Στριτ, ο Dow Jones, και αυτό αξίζει να καταγραφεί.
Το όλο σκηνικό αποτέλεσε στην ουσία μια απάντηση του Πεκίνου στον μεγαλοϊδεατισμό των ΗΠΑ με την ανακοίνωση του προγράμματος Stargate, επενδύσεων ύψους 500 δισ. δολαρίων, που σχετίζεται με εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης και τη συγκρότηση ογκωδέστατων data centers, με τη συμμετοχή τριών από τους κολοσσούς της Silicon Valley, τις Open AI, Soft Bank, Oracle. Απέναντι σε αυτήν την επίδειξη κυριαρχίας η Κίνα αντέταξε μια σχετικά άγνωστη startup από τη δική της βάση των τεχνολογιών αιχμής, την πόλη Haugzhon, που μέσα σε δυο μήνες, με κόστος περί τα 6 εκατ. δολάρια κατά δήλωσή τους, κατασκεύασε μια δωρεάν εφαρμογή που έσπασε τον ανταγωνισμό. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μάλιστα, απέναντι στις αμερικανικές επενδύσεις των 500 δισ. ευρώ, η κινεζική παραγωγή μπορεί να αντιτάξει εφαρμογές με κεφάλαια της τάξης των 57 εκατ. μόνον.
Το εντυπωσιακό είναι ότι στην κινεζική παραγωγή δεν θα χρειασθούν ογκώδη data centers ούτε τόσο μεγάλος όγκος ενέργειας, ενώ οι αιτιολογίες για τα προσωπικά δεδομένα και την πιο σύνθετη λειτουργικότητα που προβάλλεται από αμερικανικής πλευράς δεν δείχνει τόσο πειστική για να ανατρέψει αυτή την πραγματικότητα. Με αυτά ως δεδομένα γίνεται εμφανές ότι η αμερικανική φιλοδοξία για την αναδιάταξη της Δύσης απέναντι στην μεγάλη Ανατολή δεν θα αναστραφεί από τη μια ημέρα στην άλλη. Οι ΗΠΑ βγαίνουν και αυτές από μια μακρά περίοδο παγκοσμιοποίησης, που έδωσε την ευκαιρία στην Κίνα, αντί να τεθεί στην επιμέλεια των δυτικών, τελικά να έχει σε εξάρτηση τους Ευρωπαίους και ταυτόχρονα να απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ σε τομείς όμως η τεχνητή νοημοσύνη.
Η εποχή Τραμπ μπορεί να ανατρέπει τα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει επί του παρόντος τις νόρμες και τις επιπτώσεις του χρηματιστηριακού εταιρικού καπιταλισμού από το 1990 και μετά. Όταν δηλαδή το ομοσπονδιακό κράτος, οι ένοπλες δυνάμεις ή οι υπηρεσίες ασφαλείας των ΗΠΑ παραχώρησαν τις υψηλές τεχνολογίες στον ιδιωτικό τομέα και το διεθνές εμπόριο, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί ο όγκος του χρήματος και οι κεφαλαιοποιήσεις των εταιρειών, δημιουργώντας τις διεθνείς αγορές που επέτρεψαν στις ΗΠΑ την παγκόσμια ηγεμονία.
Η αρχική παραδοχή ότι, μεταφέροντας Κινέζους στα εργαστήρια και στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, θα δημιουργήσουν μια ελίτ που θα φέρει την Κίνα στη Δύση αποδείχθηκε αλαζονεία, με τη σημερινή πραγματικότητα να δείχνει περισσότερο δυστοπική από ό,τι η αμερικανική ηγεσία υπολόγιζε. Πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι μετά τη «Μαύρη Δευτέρα» για τα χρηματιστήρια των ΗΠΑ και τις μεγάλες εταιρείες των τεχνολογιών, ο Τραμπ δεν θα τολμήσει να επιβάλει δασμούς στην Κίνα. Η κατάσταση όμως οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο. Η ηγεσία Τραμπ θα πρέπει να οργανώσει για λογαριασμό της Δύσης ένα νέου τύπου «σιδηρούν παραπέτασμα», προκειμένου να υπάρξει ζώνη ασφαλείας για τα έθνη-κράτη και τις εταιρείες. Γιατί το φθηνό λογισμικό DeepSeec μιλά κινεζικά, όπως ενημερώνει και το ίδιο τους πελάτες του.
Εφημερίδα Απογευματινή