Ο Τραµπ και η Ευρώπη – Μια άνιση σχέση

Το προφανές ερώτηµα είναι «τι έχει να αντιτάξει η Ευρώπη απέναντι σε αυτό;»
12:49 - 27 Ιανουαρίου 2025

H παρέμβαση µέσω τηλεδιάσκεψης του Ντόναλντ Τραµπ στο Φόρουµ του Νταβός ήταν η δεύτερη ψυχρολουσία που υπέστησαν οι Ευρωπαίοι µετά την αρχική ομιλία του στην τελετή ορκωμοσίας. Το πρώτο σοκ το υπέστησαν στην τοποθέτησή του στην ορκωμοσία, όπου εκεί κατάλαβαν ότι είχε έρθει περισσότερο έτοιμος και σε µεγαλύτερο εύρος θεμάτων από όσο ενδεχομένως εκτιμούσαν. Και αυτό φάνηκε από τον αριθµό των προεδρικών, εκτελεστικών και λοιπών διαταγμάτων και αποφάσεων που υπεγράφησαν την πρώτη ημέρα.

H αποφασιστικότητα για την επικράτηση και κυριαρχία της Αερικής σε όλους τους τοµείς που προέταξε, τεχνολογικό, στρατιωτικό, εμπορικό, οικονομικό, ενεργειακό, συνοδεύτηκε από κάτι το οποίο απουσιάζει από την Ευρώπη εδώ και πολύ καιρό: όραμα. Η σύγκριση µεταξύ µιας Αερικής η οποία επαναδιεκδικεί το σφρίγος της -και που ούτως ή άλλως και χωρίς αυτό υπερτερεί σε όλους τους τοµείς- και µιας Ε.Ε. η οποία έχει εκφυλιστεί σε έναν οργανισµό διαχείρισης εσωτερικών συμβιβασμών στον χαμηλότερο δυνατό παρονομαστή, µε µία αυτονοµηµένη από τους λαούς και απ’ ό,τι φαίνεται αρκετά διεφθαρμένη από τα λόμπι γραφειοκρατία, ήταν καταλυτική.

Στην παρέµβασή του στο Νταβός ήρθε η συνέχεια. Αυτό που είπε σε γενικές γραμμές συνοψίζεται στα εξής: «Ελάτε να επενδύσετε στις ΗΠΑ γιατί σας συμφέρει από οποιοδήποτε άλλο µέρος του πλανήτη, της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης, κυρίως σε σχέση µε αυτήν. Θα µειώσω τον φόρο στο 15%, θα έχετε τους χαμηλότερους φόρους από οπουδήποτε αλλού. Θα έχετε ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον χωρίς τους ασφυκτικούς κανονισμούς και τις περιοριστικές νομοθεσίες που πνίγουν τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη. Θα χαμηλώσουμε ακόμα περισσότερο το ενεργειακό κόστος ώστε να εξισορροπήσουμε τον πληθωρισμό και να έχουν οι επιχειρήσεις έτι χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Η κάθε επιχείρηση µπορεί να φτιάξει δίπλα στις εγκαταστάσεις της ό,τι διαδικασία παραγωγής ενέργειας θέλει, είτε µε λιγνίτη είτε µε οτιδήποτε άλλο, για να ελέγχει η ίδια το ενεργειακό της κόστος, χωρίς να πρέπει να συνδεθεί στο κεντρικό ενεργειακό δίκτυο. Θα έχετε ευνοϊκή χρηματοδότηση, υψηλή τεχνολογία, λιγότερη γραφειοκρατία, επιχειρηµατική ελευθερία και πρόσβαση στη µεγαλύτερη αγορά του κόσμου. Σε όποιον δεν έρθει θα επιβάλλονται δασµοί».

Το προφανές ερώτηµα είναι «τι έχει να αντιτάξει η Ευρώπη απέναντι σε αυτό;». Η εξίσου προφανής απάντηση είναι «γραφειοκρατία, κανονισµούς, δυσκινησία, περιορισµούς, υψηλό ενεργειακό κόστος, µεγάλους φόρους, απουσία καινοτομίας». Και βέβαια κανένα όραµα. Οσες επιχειρήσεις παραμένουν σε ευρωπαϊκό έδαφος έχουν να επιλέξουν µεταξύ ενός αργού επιχειρηµατικού θανάτου και της απόφασης να ακολουθήσουν άλλες εταιρείες και βιοµηχανίες που ήδη µετεγκαθίστανται στις ΗΠΑ. Αυτό το δίληµµα το αντιµετωπίζουν εδώ και πολύ καιρό, γι’ αυτό ήδη από την περίοδο Μπάιντεν σηµειώνεται µαζική φυγή επιχειρήσεων από την Ευρώπη προς την Αµερική. Με τον Τραµπ τα πράγµατα γίνονται τόσο πιεστικά, που σε λίγο δεν θα αποτελεί καν δίληµµα, αλλά αυτονόητη απόφαση επιβίωσης.

Μια µατιά στο τι συμβαίνει στις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες είναι εικόνα από το µέλλον συνολικά της ευρωπαϊκής ηπείρου εάν δεν αλλάξει πλεύση. Πολλά ευρωπαϊκά κράτη το έχουν ήδη αντιληφθεί και επιχειρούν, όσα έχουν προϋποθέσεις, µία διμερή προσέγγιση ώστε να διαπραγματευθούν το καλύτερο δυνατό σενάριο. Η Ελλάδα πρέπει να αξιολογήσει τα δικά της χαρτιά και να αποφασίσει πώς θα τα παίξει στο τραπέζι των σχέσεων µε τις ΗΠΑ. Η χώρα έχει αρκετά στα χέρια της και µάλιστα αναλογικά περισσότερα απ’ όσα έχουν άλλες χώρες µε µεγαλύτερο ειδικό βάρος. Το οποίο πλέον θα καθίσταται όλο και περισσότερο σχετικό.

Απογευματινή της Κυριακής