Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν σχετικά με την επιλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αναλύσεις επί αναλύσεων, τοποθετήσεις συμπολιτευόμενων και αντιπολιτευόμενων βουλευτών, δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, σχόλια και ούτω καθεξής. Όλα αυτά έχουν πολύ ενδιαφέρον, αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση το… ρεζουμέ, που λένε και οι φίλοι μας οι Γάλλοι, συνοψίζεται σε μία και μόνο παράμετρο: Η απόλυτη πολιτική κυριαρχία του πρωθυπουργού και του κυβερνώντος κόμματος, η οφθαλμοφανής έλλειψη ισότιμου αντιπάλου, αλλά και η ανυπαρξία -για την ώρα- προσώπων και συνθηκών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν σοβαρό αντίβαρο μέχρι τη στιγμή των επόμενων εθνικών εκλογών δίνουν στο Μέγαρο Μαξίμου τη δυνατότητα να χαράσσει τη στρατηγική που απαιτείται κάθε φορά για να διατηρεί αυτή την πρωτοφανή πρωτοκαθεδρία. Δεν θα πρέπει, βλέπετε, να λησμονεί κανείς ότι τον προσεχή Φεβρουάριο ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κλείσει εννέα χρόνια πρωτιάς σε δημοσκοπήσεις και εκλογικές αναμετρήσεις, κάτι που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στη χώρα.
Για να συμβεί αυτό, η ΝΔ κρατάει σταθερά τη μεγάλη πλειοψηφία στους κόλπους της δεξιάς εκλογικής δεξαμενής και έχει επικρατήσει, όσο ποτέ στο παρελθόν, στον χώρο του Κέντρου. Όταν λοιπόν οι συνθήκες επέβαλαν τα γενναία ανοίγματα προς την κατεύθυνση του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, ο Μητσοτάκης έλαβε τα μηνύματα των καιρών και ο σχεδιασμός του στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Τώρα, που άπαντες συνομολογούν από τις ευρωεκλογές και μετά (αλλά και νωρίτερα, με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών) πως η κυβερνώσα παράταξη θα πρέπει να συνομιλήσει και πάλι με το παραδοσιακό της ακροατήριο, αλλά και να… ακούσει τα μηνύματα που εκπέμπονται εκτός συνόρων, ο πρωθυπουργός έπραξε αναλόγως κλείνοντας τ’ αυτιά του στην… υψηλή πολιτική που υπηρετούσαν κάποιοι εντός κι εκτός ΝΔ τις τελευταίες ημέρες, πριν από την απόφαση για τον αβερωφικό Γιαννιώτη.
Ο Μητσοτάκης, βλέποντας πως έχει «μπετονάρει» εκ νέου για τα καλά το Κέντρο, όπως φαίνεται από το φρενάρισμα της δυναμικής και την πτώση του ΠΑΣΟΚ και την αντίστοιχη άνοδο του κόμματός του στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, έριξε στη μάχη της αναχαίτισης των διαρροών προς τα δεξιά το όπλο της επιλογής ενός προσώπου γύρω από τον οποίο θα συσπειρωνόταν το σύνολο των δυνάμεων της παράταξης, ακόμη και οι διαγραφέντες Σαμαράς και Σαλμάς.
Ήταν το αποκορύφωμα πρωτοβουλιών όπως η προώθηση Τζιτζικώστα στην Κομισιόν, η τοποθέτηση της Βόρειας Ελλάδας στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της πρωθυπουργικής αυλής, καθώς και η αποδόμηση της woke ατζέντας διά στόματος του ίδιου του Μητσοτάκη. Φυσικά και για να μην παρεξηγούμαστε, οι πολιτικές αυτές στοχεύσεις, που αποτελούσαν βασικό συστατικό των αποφάσεων του εκάστοτε πρωθυπουργού σχετικά με την Προεδρία της Δημοκρατίας, δεν αδικούν επουδενί τον Τασούλα και την πορεία του, καθώς και την ευρύτατη αποδοχή της οποίας έτυχε τρεις φορές η υποψηφιότητά του για το τρίτο τη τάξει πολιτειακό αξίωμα.
Σήμερα λοιπόν, για πρώτη φορά μετά την ιστορική συνύπαρξη των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην Προεδρία της Δημοκρατίας και την πρωθυπουργία αντίστοιχα, η ΝΔ έχει και πάλι κορυφαία στελέχη από τα σπλάχνα της στα δύο κορυφαία θεσμικά αξιώματα. Κι όχι μόνο αυτό. Σε μια άκρως ενδιαφέρουσα πολιτική συγκυρία, αυτή τη στιγμή και με την επιλογή του Νικήτα Κακλαμάνη για την Προεδρία της Βουλής, εκπροσωπούνται όλες οι παραδοσιακές τάσεις της παράταξης στο ανάγλυφο που φέρει την υπογραφή Μητσοτάκη. Ο πρωθυπουργός εκφράζει το Κέντρο και τον λεγόμενο μεσαίο χώρο (όρος που επικράτησε την πενταετία της «γαλάζιας» διακυβέρνησης 2004-2009), ο Τασούλας έχει ισχυρές αναφορές στην παραδοσιακή, τη λαϊκή Δεξιά, όπως βεβαίως και ο Κακλαμάνης, ο οποίος εκτός των άλλων είναι από τους πιο σταθερούς συνομιλητές του Κώστα Καραμανλή.
Τα πλεονεκτήματα βεβαίως της επιλογής του πρώην δημάρχου Αθηναίων για την Προεδρία του Κοινοβουλίου δεν εξαντλούνται εδώ, αφού η επικείμενη υπερψήφισή του από τα κόμματα της αντιπολίτευσης σηματοδοτεί άλλο ένα ματ του πρωθυπουργικού πυρήνα εν μέσω της κριτικής για έλλειψη διάθεσης συναινέσεων από την πλευρά της κυβέρνησης, εξαιτίας της αντικατάστασης της Κατερίνας Σακελλαροπούλου από έναν εν ενεργεία βουλευτή του κυβερνώντος κόμματος.
Κλείνοντας, δεν θα μπορούσε κανείς να μη σταθεί σε δύο εικόνες. Αφενός σε αυτή που περιγράφηκε παραπάνω με την ουσιαστική εξυπηρέτηση της στόχευσης της ενότητας εν τοις πράγμασι και αφετέρου σε εκείνη των αυτόκλητων θεματοφυλάκων των παραδόσεων και της ιστορίας της ΝΔ, που επί ημερών τους όμως (αλλά και σε άλλες περιστάσεις) τις έκαναν φύλλο και φτερό. Εκείνων που συνομιλούσαν κανονικά και με τον νόμο με τον τουρκικό παράγοντα, προχώρησαν μάλιστα και σε συμβολικές κουμπαριές και τώρα ούτε λίγο ούτε πολύ κοντεύουν να σηκώσουν τα λάβαρα της… γενικής εφόδου. Εκείνων που συγκυβέρνησαν με το ΠΑΣΟΚ -ορθώς και λόγω εθνικής ανάγκης- αλλά τώρα κουνούν το δάχτυλο.
Εκείνων που συγκρούστηκαν μεταξύ τους για την υπόθεση Novartis (όταν ο Σαμαράς χρέωνε ευθέως στον Καραμανλή τον Παπαγγελόπουλο και τη Θάνου, με την οποία κάθονταν δίπλα δίπλα στο Πολεμικό Μουσείο πριν από μερικούς μήνες) και τα greek statistics, με αφορμή τη δήλωση του Γιάννη Στουρνάρα ως υπουργού Οικονομικών την περίοδο 2012-2014, περί σοβαρών ευθυνών της διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή για την είσοδο της χώρας σε καθεστώς μνημονίων. Τώρα όμως τους ένωσε το γινάτι εν είδει δεσμών αίματος… Προφανώς Καραμανλής και Σαμαράς εν μέσω της μόνιμης πολιτικής ραστώνης έχασαν τις προαναφερθείσες εξελίξεις και δεν αντιλήφθηκαν πως μετά τη διαγραφή του Μεσσήνιου η ΝΔ κέρδισε δημοσκοπικούς πόντους, γεγονός που καταδεικνύει ότι όλα αυτά που λένε αφορούν μόνο τον κύκλο των συνδαιτυμόνων τους. Κάπου εκεί καθόταν και ο καραμανλικός πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος είχε πιει το αμίλητο νερό όταν με τα παιχνίδια του Τσίπρα και του Καμμένου κινδύνευε η ισχυρότερη παρακαταθήκη του Εθνάρχη. Η ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας.
Πηγή εφημερίδα Απογευματινή