Η σημερινή Βουλή απαρτίζεται από έναν τόσο μεγάλο αριθμό κομμάτων που ως φαινόμενο θα μπορούσε να συγκριθεί με το Κοινοβούλιο στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Είναι επομένως αναμφίβολο ότι πρόκειται για μια δύσκολη Βουλή, ειδικά μάλιστα αν ληφθεί υπόψη ότι το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού από πλευράς ποιότητος δεν είναι αντίστοιχο με εκείνο προηγούμενων χρόνων της Μεταπολίτευσης και ασφαλώς της προδικτατορικής Βουλής.
Αυτές οι δυσκολίες διαχείρισης των κομμάτων και των κοινοβουλευτικών στελεχών τους απαιτούν προέδρους ιδιαίτερης ικανότητας και κύρους. Ο απελθών πρόεδρος της Βουλής προκειμένου να υπηρετήσει το πολιτειακό αξίωμα απέδειξε ότι είχε αυτές τις ικανότητες και τα προσόντα, γεγονός που, ασφαλώς, έκανε ακόμη δυσκολότερη την επιλογή του αντικαταστάτη του. Όμως, τελικώς, επελέγη ως διάδοχός του ένα πρόσωπο εγνωσμένου πολιτικού κύρους, μεγάλης κοινοβουλευτικής εμπειρίας και με την ίδια πνευματώδη ευφυΐα, όπως ο προκάτοχός του, έτσι ώστε να μπορεί διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις, οι οποίες ασφαλώς θα προκύψουν, και να αντιμετωπίζει τοξικότητες, που, δυστυχώς, στη Βουλή τα τελευταία χρόνια δεν αποτέλεσαν είδος εν ανεπαρκεία. Και το πρόσωπο αυτό είναι ο Νικήτας Κακλαμάνης.
Η πρωθυπουργική επιλογή έδειξε ότι το Μαξίμου πρώτ’ απ’ όλα εξετίμησε το θάρρος της γνώμης του πολιτικού αυτού στελέχους της Νέας Δημοκρατίας, δεδομένου ότι δεν έχει περάσει απαρατήρητη η καλόπιστη και εποικοδομητική κριτική που είχε ασκήσει ο Νικήτας Κακλαμάνης σε υπουργικές αποφάσεις ή καθυστερήσεις στη λήψη τους, αναδεικνύοντας έτσι την ιδιαίτερη ευαισθησία του απέναντι σε κοινωνικά προβλήματα. Ευαισθησία που μπορεί να μην τη στερούνται άλλοι, η οποία όμως είναι φυσικό να εκδηλώνεται περισσότερο οξυμένη σε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει δώσει και τον όρκο του Ιπποκράτη.
Από την άλλη πλευρά, η επιλογή Κακλαμάνη εξισορροπεί σε μία κρίσιμη περίοδο τις παρεξηγημένες διευρύνσεις του πρωθυπουργού και προς άλλους ιδεολογικούς χώρους, δεδομένου ότι ο νέος πρόεδρος της Βουλής μπορεί δικαίως να θεωρείται εκπρόσωπος της παραδοσιακής λαϊκής Δεξιάς, τις αρχές της οποίας είχε χαράξει και εφαρμόσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Μία Δεξιά με έντονες κοινωνικές ευαισθησίες που βασιζόταν στους πολλούς ανώνυμους και όχι στους λίγους επώνυμους. Άλλωστε, τόσο η επιλογή του Κώστα Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας όσο και αυτή του Νικήτα Κακλαμάνη για τη θέση του προέδρου της Βουλής θέλουν να υπογραμμίσουν την κυρίαρχη θέση που η συντηρητική παράταξη είχε διαχρονικά στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Ο Νικήτας Κακλαμάνης και από τη θέση του αντιπροέδρου της Βουλής είχε αφήσει το στίγμα του τρόπου διαχείρισης των συναδέλφων του όλων των πτερύγων της. Με ψυχραιμία, αντικειμενικότητα, νηφαλιότητα και πνευματώδη διάθεση, όπως εξάλλου και ο προκάτοχός του. Έχουμε στην ελληνική Βουλή μια συνέχεια που εγγυάται ποιότητα στη διαχείριση των συνεδριάσεων και αλεξικέραυνο σε τυχόν παρεκτροπές…
Πηγή εφημερίδα Απογευματινή