Αν λάβουμε υπόψη τα δεδομένα και τα στοιχήματα της εποχής και της συγκυρίας, το ποιος θα επιλεγεί για επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πολύ περισσότερο πρόεδρος στο ελληνικό Κοινοβούλιο θα κρινόταν ως δευτερεύον ή τριτεύον ζήτημα. Όμως στην ασφυκτική ατμόσφαιρα των φιλοδοξιών και των ισορροπιών της ελληνικής πολιτικής αυτά είναι τα δεσπόζοντα θέματα και όχι τα μεγάλα και σπουδαία που αφορούν τη χώρα. Σε αυτή την πραγματικότητα ο πρωθυπουργός κ.Μητσοτάκης, και εγγυητής ουσιαστικά της σταθερότητας και της διακυβέρνησης της χώρας, ήταν υποχρεωμένος να ασχοληθεί με σπουδή για το ποιον θα επέλεγε ως πρόταση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ως σημαντικό και για τη συνοχή του κόμματος της πλειοψηφίας, της Νέας Δημοκρατίας, μπορεί να εκτιμηθεί και το ποιος θα επιλεγόταν για πρόεδρος του Κοινοβουλίου.
Ο κ. Μητσοτάκης πολύ καιρό τώρα είχε τοποθετηθεί ότι η πρότασή του για τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα γινόταν στον κατάλληλο χρόνο. Αυτός ήταν προσδιορισμένος από το ίδιο το συνταγματικό πλαίσιο και ουσιαστικά προδιαγραφόταν για τη χθεσινή ημερομηνία. Ο κ. Μητσοτάκης πολλούς μήνες τώρα στη λογική αυτή είχε αποτρέψει θεσμικά να ξεκινήσει νωρίς μια τέτοια συζήτηση. Η παρότρυνση του πρωθυπουργού δεν εισακούσθηκε από το σύστημα της πολιτικής και των μίντια και το γαϊτανάκι των ονομάτων και των σεναρίων για την επόμενη Προεδρία της Δημοκρατίας… περίσσεψε. Η ανησυχία του για μικροπολιτικές καντρίλιες και περιπλοκές δικαιώθηκε. Από την πλευρά του κράτησε σταθερή στάση απέναντι στη σεναριολογία και την ονοματολογία όπου για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε επικεντρωθεί η μικροπολιτική των σεναρίων και δεν επέτρεψε να τον εμπλέξουν με πρόσωπα που αυτός θα προτιμούσε. Ακόμη και ελάχιστες ώρες πριν από τις χθεσινές πολύ σοβαρές, πολύ θεσμικές και πολύ συγκροτημένες ανακοινώσεις του δεν επέτρεψε με τη στάση του δική του εμπλοκή.
Ο πρωθυπουργός τελικά αποφάσισε να προτείνει ως επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον τρίτο πολιτειακό παράγοντα, τον πρόεδρο του Κοινοβουλίου κ. Κ. Τασούλα. Δεν επέλεξε γυναίκα, όπως φερόταν ότι θα προτιμούσε. Δεν επέλεξε πρόσωπο-έκπληξη, εκτός πολιτικής, όπως ενδεχομένως ήταν η αρχική του πρόθεση. Δεν επέλεξε προσωπικότητα από τον χώρο της Κεντροαριστεράς όπως πολλοί, ακόμη και από το στενό επιτελείο του, τον παρότρυναν. Ο κ. Μητσοτάκης προτείνει τον κ. Τασούλα εκφράζοντας ένα πολύ συγκεκριμένο σκεπτικό: «Σε ένα ταραγμένο διεθνές περιβάλλον η πατρίδα χρειάζεται Πρόεδρο της Δημοκρατίας με μακρά διαδρομή στα κοινά και με σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά». Ταυτόχρονα ανακοίνωσε μια πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση που ξεκινά. Μια θητεία για τον εκάστοτε Πρόεδρο με εξαετή και όχι πενταετή διάρκεια.
Ο κ. Τασούλας, με μακρά κοινοβουλευτική πορεία 25 ετών, σειρά από θητείες σε υπουργεία και τρεις φορές πρόεδρος του Κοινοβουλίου από το 2019, με πολύ αυξημένες πλειοψηφίες, με ρίζες στην αβερωφική Δεξιά ως Ηπειρώτης, έχει όλα τα εχέγγυα να υπηρετήσει τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό. Δεν προέρχεται βέβαια από το ΠΑΣΟΚ και αυτό δημιουργεί δυσανεξία στους κύκλους εκείνους των ελίτ της Ελλάδας που θεωρούν ότι για να είναι νομιμοποιημένο κάποιο πρόσωπο ή κόμμα στην εξουσία της χώρας θα πρέπει να έχει στα συρτάρια του καμία πράσινη κομματική ταυτότητα ή να διατηρεί μια σχέση στοργής και υποταγής με την Κεντροαριστερά.
Από την άλλη πλευρά, στο υψηλότερο έδρανο του Κοινοβουλίου θα βρεθεί πλέον ένας εκ των παλαιότερων κοινοβουλευτικών, με μακρά θητεία στο προεδρείο του σώματος, ο κ. Ν. Κακλαμάνης. Η Νέα Δημοκρατία με την ορθή αυτή λειτουργικά επιλογή ανακτά και τη συνοχή της μεταξύ Κέντρου και Δεξιάς.
Ο κ. Μητσοτάκης, ένας σοβαρός άνθρωπος, μεθοδικός πολιτικός και συγκροτημένος πρωθυπουργός, με τις επιλογές του θωρακίζει τη συνοχή της πλειοψηφίας, άρα και τη σταθερότητα της διακυβέρνησης. Και αυτό ήταν το ζητούμενο…
Εφημερίδα Απογευματινή