Η ανατολική στρατηγική της Ελλάδας

Στην παρούσα φάση των αναταράξεων, με δύο ενεργούς πολέμους, η Αθήνα συνδέει την ασφάλεια και την ανάπτυξη της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή
09:41 - 15 Ιανουαρίου 2025
Επίσκεψη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αλ-Ούλα της Σαουδικής Αραβίας, όπου πραγματοποιήθηκε το 1ο Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας Ελλάδας - Σαουδικής Αραβίας, Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2025. Στο πλαίσιο των εργασιών της συνόδου, ο Πρωθυπουργός είχε συνάντηση με τον Πρίγκιπα Διάδοχο και Πρωθυπουργό της Σαουδικής Αραβίας Mohammed bin Salman bin Abdulaziz Al Saud. (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)

Οι συνήθεις διακηρύξεις, σχεδόν μόνιμου χαρακτήρα από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία της χώρας, ότι η Ελλάδα αποτελεί μια δύναμη σταθερότητας και ένα γεωπολιτικό-ενεργειακό σημείο συνάντησης Βορρά και Νότου ή Ανατολής και Δύσης συνεχίζονται. Ουσιαστικά, στην παρούσα πλέον φάση της ιστορίας και εν αναμονή της ορκωμοσίας Τραμπ στις ΗΠΑ, η Ελλάδα αυτοπροσδιορίζει τη θέση της στον δυτικό χάρτη.

Οι συνήθεις αυτές τοποθετήσεις δεν αναφέρονται όμως πλέον στον στενό χώρο οικονομικά και γεωπολιτικά της Βαλκανικής, όπως άλλοτε, αλλά καλύπτουν μια ευρεία διαδρομή από τη Μεσόγειο μέχρι την Ινδία, παρακολουθώντας και προβάλλοντας τη συμμετοχή στην εν λόγω δυναμική που σχετίζεται τελικά με μια «νέα τάξη πραγμάτων» στην ανατολική πλευρά της Νοτίου Ευρώπης.

Οι τοποθετήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού θυμίζουν σε κάποιους διεθνείς παρατηρητές με εξαιρετική εμπειρία ανάλογες της προηγούμενης εποχής μετάβασης του κόσμου σε έναν νέο συσχετισμό ισχύος, τα χρόνια του τέλους του Ψυχρού Πολέμου και της ήττας της Σοβιετικής Ένωσης. Μια περίοδος που διατήρησε την επάρκειά της επί περίπου τρεις δεκαετίες και πλέον σήμερα δείχνει ξεπερασμένη. Ομοίως, αναχρονιστικές θεωρήσεις των ελληνικών ηγεσιών δείχνουν αυτές περί «ευρωπαϊκού μονόδρομου» ή ανάπτυξης και διόγκωσης της επιρροής της Ελλάδας μονοδιάστατα στον βαλκανικό περίγυρο.

Η διεθνής πολιτική της διακυβέρνησης Μητσοτάκη μπορεί να ακολουθεί κλασικές νόρμες της ελληνικής πολιτικής, αλλά έχει πιο διευρυμένη οπτική και δυνατότητες από ό,τι στο παρελθόν. Αυτή η εξέλιξη δεν προέκυψε σήμερα και τυχαία, αλλά στηρίζεται σε μια δέσμη στρατηγικών πολιτικών με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Εμιράτα, την Ιορδανία και πλέον με τη Σαουδική Αραβία, στον δρόμο για την Ινδία, όπου ορίζεται η τελική απόληξη αυτής της γεωπολιτικής ενότητας.

Στην παρούσα φάση των έντονων διεθνοπολιτικών αναταράξεων, με δύο ενεργούς πολέμους, τον έναν στην Ουκρανία και τον άλλον στην Εγγύς Ανατολή, η Ελλάδα, όπως έγινε φανερό και από τις παραμέτρους της επίσκεψης στη Σαουδική Αραβία και το πρώτο Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας με την παρουσία Μητσοτάκη – Μπιν Σαλμάν, συνδέει πλέον, και σωστά, την ευστάθεια, την ασφάλεια και την ανάπτυξη της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή και το μέτωπο της Βόρειας Αφρικής.

Αυτή η αλληλεξάρτηση δίνει μια συνοχή στις εξελίξεις στην Ευρώπη με αυτές στη Δυτική Ασία, που εμπεριέχει έναν λειτουργικό ορθολογισμό. Στην ενέργεια, στην οικονομία, στις επενδύσεις, στο εμπόριο, στις τεχνολογίες και τα δεδομένα τους, στον τουρισμό, στον πολιτισμό και την κουλτούρα. Η παρουσία της Ελλάδας συνδέεται ταυτόχρονα με τον χαρακτήρα της ως παγκόσμιας ναυτικής δύναμης και όχι μόνον ως «Ευρωπαίου ετέρου». Αυτό γίνεται φανερό σε συνθήκες εναρμόνισης από τη σημασία που δίνει στα συμφέροντα του εμπορικού στόλου, στην αξιοποίηση των λιμανιών από τη Δύση στη μεγάλη Ανατολή και από τις θαλάσσιες διαδρομές καλωδίων/αγωγών ενέργειας και δεδομένων.

Σε συνθήκες θερμών συγκρούσεων, όπως η τρομοκρατία που ασκούν οι Χούθι στους δυτικούς εμπορικούς στόλους στο πέρασμα από τη Μεσόγειο στον Ινδικό και ανάστροφα, περιβάλλον που επηρέασε βαθιά και τα οικονομικά συμφέροντα της Αιγύπτου επί του Σουέζ, η Ελλάδα και εκεί επέδειξε σημαία ως ναυτική δύναμη συμμετέχοντας αυτοβούλως στην ευρωπαϊκή δύναμη πολεμικών πλοίων.

Η Ελλάδα εμπλέκεται ως παράγων ανασυγκρότησης, συνδέσμου ασφάλειας και ευημερίας, όπως στην περίπτωση του Λιβάνου, οι θέσεις της στο Παλαιστινιακό διατηρούνται σε μια κατάσταση ισορροπίας και τελικά αναμονής ανάμεσα στην άποψη του Ισραήλ και των κύριων πολιτικών ηγεσιών των Αράβων για την επόμενη ημέρα, ενώ αναβάθμισε τη σχέση της με το Κατάρ. Ουσιαστικά, η Ελλάδα ως ναυτική πλέον δύναμη δεν συζητά για χερσαίους αγωγούς, ούτε κινείται, μυωπικά, μακριά από την Ανατολή, κλεισμένη στη φτωχή και περιοριστική Βαλκανική. Εξελίσσει την ανατολική στρατηγική και αυτό διακρίνει την παρούσα διακυβέρνηση από εκείνες προηγούμενων δεκαετιών.

Πηγή: Εφημερίδα Απογευματινή