Η Ελλάδα είναι γνωστή στην Ευρώπη αλλά και στον κόσμο για τη δομική διαφθορά των δημοσίων υπαλλήλων της και γενικά του κράτους. Αυτή η πολύ αρνητική παράμετρος μαζί με την πολυδαίδαλη και οργανωμένα ανεύθυνη γραφειοκρατία της αποτελεί ένα μόνιμο ανάχωμα για την επιχειρηματικότητα και τις ξένες επενδύσεις. Φυσικά, η υπάρχουσα κατάσταση δεν προέκυψε τα τελευταία χρόνια. Χρονολογείται ως διογκούμενη κατάρα του Δημοσίου και της καθημερινής ζωής στη χώρα μας σε βάθος πολλών δεκαετιών. Μάλιστα, με αφετηρία τις κομματικές πρακτικές και τις συνδικαλιστικές προεκτάσεις τους τα χρόνια μετά το 1980 και την κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας, η διαφθορά των κρατικών αξιωματούχων και των υπαλλήλων της κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης κατέληξε δικαίωμα ανάλογο με τη μονιμότητα. Φτιάχτηκαν περιουσίες, προέκυψαν τρύπες στους προϋπολογισμούς, καταστράφηκαν επενδυτικές ευκαιρίες, νομιμοποιήθηκαν η αλαζονεία και η υπεροψία, ακόμη και οι συνωμοσίες των διεφθαρμένων σε βάρος των ηθικών ανθρώπων, που χαρακτηρίσθηκαν ανόητοι ή αφελείς.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά και πριν από αυτή, υπήρξαν προσπάθειες να ανασχεθεί η δομική διαφθορά των κρατικών υπαλλήλων αλλά και των πολιτικών διοικήσεων ή των συνδικαλιστικών φορέων που την ενθάρρυναν ή την κάλυπταν. Εκτός της κυβερνητικής βούλησης στην αντιμετώπιση της διαφθοράς κρίσιμο ρόλο έχουν και οι τεχνολογικές εξελίξεις και εφαρμογές αλλά και η διάρθρωση των ψηφιακών ΚΕΠ μέσω της πλατφόρμας gov.gr.
Η Ελλάδα όμως εξακολουθεί να φαντάζει ως μια χώρα με έντονο το πρόβλημα της γενικευμένης διαφθοράς. Μπορεί να έχει μετακινηθεί από το «γρηγορόσημο» στην εφορία ή άλλη δημόσια υπηρεσία σε πιο υψηλό επίπεδο, στο να κάνεις για παράδειγμα οποιαδήποτε επένδυση ή επιχειρηματική δράση ή να διορθώσεις οποιαδήποτε αυθαιρεσία έναντι του νόμου, αλλά είναι υπαρκτή και απολύτως απειλητική τόσο για την προοπτική της χώρας όσο και για την καθημερινότητα σε αυτή. Το γεγονός λοιπόν ότι στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο του νέου έτους μπήκε στην ημερήσια διάταξη σχέδιο νόμου του υπουργείου Εσωτερικών με το οποίο αναδιοργανώνεται η πειθαρχική διαδικασία και αναλαμβάνουν στελέχη του Νομικού Συμβουλίου της χώρας, με πλήρη απασχόληση, τα επονομαζόμενα πειθαρχικά συμβούλια αποτελεί μια σημαντική και αξιοσημείωτη εξέλιξη.
Γιατί για να νιώθουν οι κρατικοί υπάλληλοι ή κάποιοι από αυτούς ότι έχουν το περιθώριο να κάνουν κατάχρηση της θέσης τους και των αρμοδιοτήτων τους για προσωπικό παράνομο πλουτισμό και καταχρήσεις θα πρέπει κατ’ αρχάς να αισθάνονται καλυμμένοι από το σύστημα διοίκησης, στο οποίο ανήκουν. Ακόμη περισσότερο τα όργανα της πειθαρχικής διαδικασίας, τόσο ως προς το πλαίσιο συγκρότησης και λειτουργίας τους όσο και σε σχέση με τη νοοτροπία από την οποία διαπνέονται, να μη δημιουργούν σοβαρή ανησυχία για σημαντικές τυχόν επιπτώσεις αν κάτι πάει στραβά στην παράνομη μπίζνα. Χρειάζεται εν ολίγοις μια γενική αίσθηση της περίφημης αντίληψης του αείμνηστου εκσυγχρονιστή Θ. Πάγκαλου, «όλοι μαζί τα φάγαμε», για να ενθαρρύνεται στο σύστημα των επίορκων και των διεφθαρμένων του κρατικού μηχανισμού έναντι των εντίμων.
Η πολιτική και οι κυβερνήσεις αλλά και οι αντιπολιτεύσεις έχουν τεράστια ευθύνη για όσα συμβαίνουν κα τελικά επιτρέπονται τόσο στο κεντρικό κράτος όσο και στο περιφερειακό – αποκεντρωμένες διοικήσεις, Περιφέρειες , δήμοι, όπου έχει μεταφερθεί τα τελευταία χρόνια το «βασίλειο της διαφθοράς».
Αλλά ας μείνουμε στο επερχόμενο σχέδιο νόμου. Η βασική ενθάρρυνση στη δομική διαφθορά δόθηκε μέσα από τους κομματικούς μηχανισμούς και την πελατοκρατία των σοσιαλιστών του ΠΑΣΟΚ. Η ευθύνη θα ανήκε στους σοσιαλιστές, αν παρόμοιες μεθόδους ως ακόλουθοι δεν επέτρεπαν και οι κυβερνήσεις της Κεντροδεξιάς. Ο κρίσιμος σταθμός ήταν οι συνδικαλιστές. Αυτοί έλεγχαν τα πειθαρχικά και συγκροτούσαν μαζί με τις εκάστοτε κυβερνητικές ηγεσίες τους κανονισμούς και τις διαδικασίες. Αυτά, τώρα, με απόφαση της διακυβέρνησης Μητσοτάκη τελειώνουν!