Την Κυριακή το πρωί ήσυχα και ξαφνικά έφυγε από τη ζωή ο πρώην πρωθυπουργός και αρχιτέκτονας του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού για την Ελλάδα. Ο Κ. Σημίτης άφησε τον παρόντα κόσμο σε μια εποχή, λίγο πριν ή λίγο μετά, όπου η Ευρώπη που πίστεψε και υπηρέτησε ως προοπτική της Ελλάδας αμφισβητείται σοβαρά ή τελικά βρίσκεται σε κατάρρευση. Ένα από τα ιδρυτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ από τη δεκαετία του 1970, πέρασε μακρύ διάστημα στο Κίνημα την περίοδο του Α. Παπανδρέου ως αιρετικός. Αφού στον μάλλον ευρωσκεπτικιστικό ελληνικό σοσιαλισμό αυτός υπεστήριζε την πλήρη ευθυγράμμιση με τις νόρμες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Αριστερά των Σοσιαλιστών, στην οποία λογίζεται ιδεολογικοπολιτικά ο Κ. Σημίτης, υπήρξε η σχολή σκέψης εκείνη που κυριάρχησε και συγκρότησε την Ευρώπη της Συνθήκης του Μάαστριχ. Την οικονομική, νομισματική, εμπορική και πολιτική ένωση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, με μεγάλο εύρος και μικρό βάθος συνοχής, που διοικούμενη σε εταιρικό πνεύμα από την υπερεθνική και με περιορισμένο εύρος δημοκρατικής νομιμοποίησης από τους λαούς γραφειοκρατία των Βρυξελλών θα αποτελούσε και αποτέλεσε τον έτερο πόλο ισχύος της Δύσης έναντι των ΗΠΑ.
Ο Κ. Σημίτης από τη δεκαετία του 1970, είκοσι χρόνια δηλαδή πριν από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, προωθούσε και πίστευε ως κοσμοθεωρία έναν ευρωπαϊκό «λεβαντινισμό» για τους Έλληνες. Η Ευρώπη του Σημίτη και της Αριστεράς των Σοσιαλιστών, όπως εκφράσθηκε από κύριες πολιτικές προσωπικότητες του «ευρωπαϊκού μονόδρομου», ήταν μια Ευρώπη του κορπορατισμού, του ορθού λόγου και των τραπεζιτών, σε έναν κόσμο μεταπολεμικό, ύφεσης των θερμών ανταγωνισμών, απονεύρωσης των εθνικών κρατών, με εγγυήσεις για τη Δημοκρατία που θα υπερέβαιναν τις νόρμες του κράτους και της μαζικής ψήφου. Ο λόγος για μια Ευρώπη των τεχνοκρατών και των ανεξάρτητων Αρχών τελικά, που ως υπερεθνικές ελίτ θα υπερέβαιναν με κοινή γλώσσα, αντίληψη και κατανόηση των δεδομένων τις παγίδες και τις εμπλοκές της ιστορίας των αυτοκρατοριών και των εθνικισμών των κρατών.
Η θεώρηση πραγμάτων που υπηρέτησε αλλά και ηγήθηκε ο Κ. Σημίτης στην ελληνική πολιτική σκηνή της 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας είναι σε μεγάλο βαθμό επηρεασμένη από την επονομαζόμενη μεταπολεμικά «Αριστερά του χαβιαριού» στη Γαλλία, αλλά βασίζεται ως διαρθρωτική ενότητα στην ενιαία Ευρώπη στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία. Η μακρά περίοδος διακυβέρνησης Σημίτη από το 1996 έως το 2004, κύρια έκφανση του δημοκρατικού σοσιαλισμού στην Ελλάδα, διακρίνεται από δόγματα και ιδεοληψίες, αλλά τελικά κυριαρχείται από την εμμονή για το τέλος των εθνών και την ολοκλήρωση μιας ευρωπαϊκής ενότητας υπό τη γερμανοσαξονική ιδιαιτερότητα. Αν μελετήσουμε εκ νέου την ομιλία στο Κοινοβούλιο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, Α. Παπανδρέου, και τους προβληματισμούς που προτάσσει για την υπό έγκριση τότε Συνθήκη του Μάαστριχτ (διακυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη) και τη στρατηγική που ακολούθησε λίγα χρόνια μετά η διακυβέρνηση Σημίτη, θα δούμε σε όλο της το εύρος τη διαφορά αντιλήψεων στην πρώτη περίοδο του ΠΑΣΟΚ ως φορέα αναδιάταξης της χώρας και τη δεύτερη που υλοποίησε ο Κ. Σημίτης.
Η εποχή Σημίτη χαρακτηρίζεται από την καταστροφή του ιδιωτικού «μαύρου» πλούτου των Ελλήνων μέσω της χρηματιστηριακής φούσκας, την ισχυροποίηση ομίλων-εθνικών πρωταγωνιστών, που και αυτοί κατέρρευσαν δέκα ή δεκαπέντε χρόνια μετά, την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ με βιαστικές και ανάρμοστες παραδοχές τελικά έναντι του ρεαλισμού στη διαδικασία μετάβασης και έναν εκσυγχρονισμό που βασίσθηκε στη μεταφορά παγίων του κράτους σε ευρωπαϊκούς και ειδικά γερμανικούς ομίλους με ευνοϊκούς για αυτούς όρους.
Η γενική αντίληψη της σχολής Σημίτη ήταν ο εξευρωπαϊσμός μέσα από την απορρόφηση του εθνικού κράτους στην ευρωπαϊκή ολοκληρωμένη ομοσπονδία. Η Ελλάδα το 2010 χρεοκόπησε τελικά δημοσιονομικά και η ευρωπαϊκή ενότητα του οράματος της Αριστεράς του Σοσιαλισμού καταρρέει τώρα.
Πηγή: Εφημερίδα Απογευματινή