Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και οι εξωκοινοβουλευτικοί

Η ανακοίνωση της καθόδου των τριών (Αγαπηδάκη, Μαρινάκης, Ρωμανός) είναι ένα θετικό βήμα. Το 2025 μπορεί να μην είναι χρονιά για κάλπες, αλλά θα έχει σίγουρα εκλογικό ενδιαφέρον
17:00 - 31 Δεκέμβριος 2024

Ήταν μια κίνηση που έγινε σε ουδέτερο πολιτικά χρόνο. Δυόμισι ολόκληρα χρόνια πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές. Και έτσι ήταν το πρέπον να γίνει. Η Ειρήνη Αγαπηδάκη, ο Παύλος Μαρινάκης και ο Νίκος Ρωμανός, δύο στελέχη της κυβέρνησης και ένα στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος, όπως ανακοινώθηκε χθες από τη Νέα Δημοκρατία, θα είναι υποψήφιοι με σταυρό σε συγκεκριμένες εκλογές περιφέρειες (Δυτική, Βόρεια και Νότια Αθήνα αντίστοιχα). Τέτοιου είδους ανακοινώσεις γίνονταν συνήθως δύο με τρεις μήνες πριν στηθούν οι κάλπες, κάτι που δεν έδινε ούτε στους υποψηφίους τον απαραίτητο χρόνο να προετοιμαστούν και να οργανωθούν ούτε στους ψηφοφόρους τον απαραίτητο χρόνο να τους γνωρίσουν -ως πολιτευτές στην περιφέρειά τους- και να κρίνουν αν τελικά θα τους ψηφίσουν.
Μέσα στο 2025 πρέπει να ακολουθήσουν σταδιακά και οι υπόλοιποι, όσοι εκ των εξωκοινοβουλευτικών υπουργών και υφυπουργών αλλά και βουλευτών Επικρατείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη επιθυμούν να δοκιμαστούν στη βάσανο του σταυρού. Για όσους δεν θέλουν να κάνουν το βήμα αυτό, θα μπορούσε να είναι και ένα κριτήριο -πέραν βέβαια της απόδοσης και της αποτελεσματικότητάς τους- στον επόμενο ανασχηματισμό, όποτε και αν γίνει αυτός. Στο τέλος της ημέρας (εν προκειμένω της τετραετίας) όλες οι κυβερνήσεις συλλογικά, καθώς και τα μέλη τους ατομικά, κρίνονται στην κάλπη. Και εκεί θα κληθούν όλοι να δώσουν τη μάχη, όχι μόνο στα τηλεοπτικά κανάλια και στα social media, αλλά και στις λαϊκές αγορές, στα καφενεία, στις μεγάλες τοπικές εκδηλώσεις – όπου δηλαδή υπάρχουν πολίτες που θέλουν να πουν από κοντά στους πολιτικούς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ή ο νομός τους.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αυτή τη στιγμή έχει 18 εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς, αναπληρωτές υπουργούς και υφυπουργούς και τέσσερις βουλευτές Επικρατείας. Σύνολο δηλαδή 22 μέλη. Το ένα τρίτο συνεπώς των μελών της κυβέρνησης δεν έχει δοκιμαστεί στην κάλπη, δεν έχει διεκδικήσει την ψήφο των συμπολιτών του. Αυτό δεν είναι a priori λανθασμένη επιλογή ή κυβερνητικό μειονέκτημα: Πολλοί εξ αυτών μάλιστα έχουν να επιδείξουν σημαντικό έργο στο χαρτοφυλάκιο που έχουν αναλάβει ή στις αρμοδιότητες που τους έχουν δοθεί.

Σε βάθος χρόνου ωστόσο, είναι κάτι που από τη μία πλευρά δημιουργεί περιττή γκρίνια και από την άλλη ακυρώνει ένα εκλογικό πλεονέκτημα της ΝΔ. Η γκρίνια προέρχεται τόσο από μερίδα βουλευτών που δεν βλέπουν με καλό μάτι την ύπαρξη τόσων εξωκοινοβουλευτικών κυβερνητικών, όσο και από εκλεγμένους υπουργούς και υφυπουργούς που δεν βλέπουν με καλό μάτι συναδέλφους τους που ξεκουράζονται και γεμίζουν μπαταρίες τα Σαββατοκύριακα, ενώ οι ίδιοι τρέχουν αναγκαστικά σε εκδηλώσεις και συναντήσεις στην εκλογική τους περιφέρεια. Το δε εκλογικό πλεονέκτημα είναι προφανές: Η κάθοδος των 22 στον εκλογικό στίβο θα έφερνε ψήφους στο κυβερνών κόμμα ακόμα και αν δεν εκλέγονταν οι ίδιοι στο σύνολό τους τελικά, καθώς σημαντική μερίδα πολιτών εκτιμούν το έργο ή την προσωπικότητα πολλών εξ αυτών. Ενέχει δε και ένα στοιχείο, ας πούμε, δικαιοσύνης: Μετά από οκτώ ή τέσσερα χρόνια σε έναν υπουργικό θώκο άνευ προηγούμενης εκλογής, είναι δίκαιο να τεθείς στην κρίση των πολιτών για να αξιολογηθεί το έργο σου και η προοπτική σου.

Η ύπαρξη εξωκοινοβουλευτικών υπουργών δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο ούτε κάτι αποκλειστικά ελληνικό. Συμβαίνει εδώ και δεκαετίες και είθισται σε πολλές προηγμένες δημοκρατίες, καθώς δίνει τη δυνατότητα σε αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων να εμπλουτίζουν την κυβέρνησή τους με στελέχη εκτός των στενών πολιτικών τειχών. Το ότι δεν συμμετέχουν στο κυνήγι του σταυρού δημιουργεί επίσης ένα πλεονέκτημα, καθώς τους δίνει περισσότερο χρόνο να αφοσιωθούν στα καθήκοντά τους και την παραγωγή έργου. Η «ιδιομορφία» της κυβέρνησης Μητσοτάκη έγκειται στο γεγονός ότι είναι μόλις η δεύτερη τα τελευταία 35 χρόνια που καθώς φαίνεται θα συμπληρώσει οκταετία, συνεπώς ο χρόνος παραμονής ενός υπουργού (άρα και των εξωκοινοβουλευτικών) στην εξουσία είναι αρκετά μεγαλύτερος του συνηθισμένου, του μέσου όρου δηλαδή, εξού και η διπλή γκρίνια που προαναφέραμε.

Η ανακοίνωση της καθόδου των τριών είναι ένα θετικό βήμα. Πρέπει να ακολουθήσουν κι άλλα και να αφορούν ει δυνατόν την πλειοψηφία των 22. Αν μάλιστα θέλει να προχωρήσει με την ανανέωση και τον εμπλουτισμό του ψηφοδελτίου της και να δώσει χώρο και στην τρομερά υποεκπροσωπούμενη στην κεντρική πολιτική σκηνή γενιά των Millennials, όσων δηλαδή έχουν γεννηθεί από το 1981 μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του ’90, τότε η ΝΔ έχει κι άλλα πολλά βήματα να κάνει. Το 2025 δεν είναι εκλογική χρονιά, αλλά θα έχει σίγουρα εκλογικό ενδιαφέρον.