Τα μίντια και οι «άλλοι» Έλληνες, οι πολλοί…

Οι πολίτες χρειάζονται αυτοπεποίθηση, αισιοδοξία, δημιουργική ένταση, εξέλιξη κοινωνική πέρα από σύνδρομα, για να κινηθούν προς το μέλλον και την προοπτική
10:14 - 27 Δεκέμβριος 2024

Στα εορταστικά τραπέζια των ημερών, συνήθως σε οικογενειακό και φιλικό κύκλο, εξελίσσονται πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Χωρίς προσχήματα, με την ευρύτητα και το θετικό κλίμα που κυριαρχεί τίθενται επί της ουσίας στο τραπέζι θέματα με μια άλλη ματιά. Όχι του ειδικού, του επαγγελματία, του πολιτικού ή του κοινωνιολόγου. Αλλά με αυτή την τρίτη ματιά, πολύ εύστοχη σε πολλές περιπτώσεις, του ανθρώπου της καθημερινότητας.

Σε μια τέτοιου τύπου αποσπασματική συζήτηση ετέθη, για παράδειγμα, το περιεχόμενο των δελτίων ειδήσεων των ημερών. Σε αυτά κυριαρχεί μια κατηγορία πολιτών που γεμίζουν τους χειμερινούς προορισμούς, τα χιονοδρομικά κέντρα, τα ακριβά καταλύματα ή τα εστιατόρια, τα μπουζούκια και τα κλαμπ. Το θέμα παίζεται στα δελτία ειδήσεων σε κλίμα ενθουσιασμού, του τύπου ότι ασφυκτιούν τα χειμερινά θέρετρα, δεν βρίσκεις ούτε καρέκλα στα μπουζούκια, αποκλείεται να περάσεις την πόρτα των πλέον προβεβλημένων κλαμπ και ούτω καθεξής. Η είδηση κυκλοφορεί και στις πιο ελαφρές ζώνες, πασπαλισμένη από «χρυσόσκονη» για τα Χριστούγεννα των επωνύμων. Με τον τρόπο αυτό προβάλλεται μια Ελλάδα χαρούμενη, ευμάρειας, αισιόδοξη, αρκετά ανέμελη. Πόσους αφορά η Ελλάδα αυτή; Πόσοι δηλαδή Έλληνες είναι αρκετοί για να γεμίσουν τους χειμερινούς προορισμούς και τα κέντρα διασκέδασης; Γύρω στις 500.000-600.000 άτομα.
Από την άλλη, προβάλλεται κατά παράδοση η δραματική αντίθεση ανθρώπων του περιθωρίου, που ζουν και κοιμούνται στους δρόμους, τρώνε στα συσσίτια και χαρακτηρίζονται απόκληροι της ζωής. Κάποιες λίγες χιλιάδες.

Η συζήτηση ξεκινά πέρα και από τις δύο αυτές κατηγορίες του κοινωνικού και του οικονομικού φάσματος. Για τα εκατομμύρια των άλλων Ελλήνων. Αυτών που δεν εντάσσονται οικονομικά και κοινωνικά ούτε στους μεν ούτε στους δε. Αυτοί οι τόσο πολλοί, η απέραντη μεσαία τάξη της Ελλάδας, έχουν άλλους προβληματισμούς, προτεραιότητες, συνήθειες στην καθημερινότητά τους. Περνούν διαφορετικά τα Χριστούγεννα, με τα μίντια των επαγγελματιών δημοσιογράφων να μην έχουν καμία αναφορά στη δική τους ζωή. Αλλά με την έννοια αυτή ούτε στην κυρίαρχη πραγματικότητα της Ελλάδας.

Τα μίντια έχουν χαθεί μεταξύ της «χρυσόσκονης» των τηλεοπτικών celebrities και των «αθλίων», τύπου Ουγκό και Ντίκενς, του κέντρου της Αθήνας. Αν αφήσουμε τα μίντια των επαγγελματιών δημοσιογράφων και πάμε στα κοινωνικά δίκτυα, εκεί η «μπάλα χάνεται», αλλά και τα κοινωνικά σύνδρομα των Ελλήνων της εποχής, κλισέ, στρεβλώσεις, ματαιοδοξία, κενότης, τοξικότητα, φαντασιώσεις αναδεικνύονται. Φυσικά και οι θετικές πλευρές της ζωής, με οικογενειακές στιγμές, όνειρα, φιλοδοξίες, αισθήματα και μηνύματα, ατμόσφαιρα εντός και εκτός των σπιτιών, αναδεικνύονται.

Αυτές οι γιορτινές ημέρες έχουν ξεχωριστή σημασία για να κατανοήσουμε πραγματικότητες που αφορούν την άλλη Ελλάδα, των πολλών, που καταλήγει να είναι η Ελλάδα των «άλλων». Ούτε αυτή των τάχα «ελίτ», γιατί πραγματικές ελίτ, όπως έχει αποδειχθεί και από τα πολύ πιο δύσκολα χρόνια του πρόσφατου παρελθόντος, δεν υπάρχουν, ούτε του κοινωνικού περιθωρίου, που ναι μεν χρήζει έντονης κοινωνικής συνδρομής, δεν χαρακτηρίζει όμως την παρούσα Ελλάδα.
Είναι φανερό ότι οι Έλληνες στην επόμενη πενταετία που ξεκινά και θα αποτελέσει το ουσιαστικά πέρασμα σε μια επόμενη εποχή θα πρέπει να οργανωθούν και να παρακολουθήσουν οντολογικά τη νέα πραγματικότητα, με τεχνητή νοημοσύνη και χωρίς αυτή. Με αξίες και παραδοχές, ζητούμενα και λειτουργίες στην καθημερινότητα διαφορετικές. Το θέμα δεν είναι αμιγώς πολιτικό, ούτε περιοριστικά οικονομικό, αλλά βαθιά κοινωνικό και μαζικά ψυχολογικό.
Οι Έλληνες χρειάζονται αυτοπεποίθηση, αισιοδοξία, δημιουργική ένταση, εξέλιξη κοινωνική πέρα από σύνδρομα, για να κινηθούν προς το μέλλον και την προοπτική. Το κράτος και οι επιχειρήσεις προετοιμάζονται για τη νέα εποχή. Η κοινωνία των πολλών δεν μπορεί να μείνει πίσω. Θα πρέπει να βρεθεί στο επίκεντρο και να μη μείνει έρμαιο στα «trends» των κερδοσκόπων «influencers».