Οι εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πλαίσιο της συζήτησης για τον προϋπολογισμό παρέπεμπαν σίγουρα σε αντίστοιχες που συνήθως ακούγαμε στις αρχές του φθινοπώρου στη ΔΕΘ. Φυσικά, το σκεπτικό του πρωθυπουργού για την ανακοίνωση των συγκεκριμένων μέτρων στην παρούσα συγκυρία (μιλάμε φυσικά γι’ αυτές που αφορούν τις τράπεζες, τους συνταξιούχους και τους ένστολους) αφορούσε μια σειρά από παραμέτρους που έχουν να κάνουν τόσο με το σκέλος των κοινωνικών αναγκών, όσο και τις εν γένει πολιτικές στοχεύσεις του.
Μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και την εσωκομματική περιδίνηση με τη δραστηριότητα των Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, που οδήγησε σε διαδοχικές επίκαιρες ερωτήσεις «γαλάζιων» βουλευτών σχετικά με κεντρικούς άξονες της κυβερνητικής πολιτικής και στη συνέχεια στη διαγραφή του Μεσσήνιου, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του μπήκαν στη διαδικασία να ποντάρουν εκ νέου στο ισχυρό τους χαρτί. Ο λόγος για την υπενθύμιση πως σε αυτή τη φάση η ΝΔ παίζει χωρίς αντίπαλο, όχι μόνο γιατί δεν υπάρχει σοβαρή και πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, αλλά και επειδή με δεομένη τη συγκεκριμένη συνθήκη, το Μέγαρο Μαξίμου έχει τη δυνατότητα να διαθέτει την απόλυτη πρωτοβουλία κινήσεων, την ευχέρεια των χειρισμών στην πολιτική και κοινοβουλευτική σκακιέρα, καθώς και τις προϋποθέσεις για να διαμορφώνει το περιβάλλον και την ατζέντα της επικαιρότητας.
Έτσι, μετά από ένα διάστημα παρατεταμένης… νηνεμίας, που οφείλεται όχι μόνο στο αποτέλεσμα της κάλπης και στις συνεπακόλουθες συνέπειές του, αλλά και νωρίτερα στις αστοχίες κορυφαίων στελεχών, που αποδιοργάνωσαν τον κυβερνητικό παράγοντα, και στην έλλειψη αντανακλαστικών που αδικαιολόγητα επέφερε το 41% του 2023, η ηγεσία της κυβέρνησης έκανε το αυτονόητο. Φρόντισε να καταδείξει ότι κυβερνάει, και μάλιστα με αποτελεσματικότητα. Από τη μια, η ολοκλήρωση, η δρομολόγηση ή η επιτάχυνση σημαντικών υποδομών ανά την περιφέρεια ήταν βασικό συστατικό της συνταγής της «γαλάζιας» ολικής αντεπίθεσης, καθώς προκάλεσαν ευφορία και ικανοποίηση στις τάξεις των πολιτών που η ζωή τους επηρεάζεται άμεσα από τα αντίστοιχα έργα.
Κι όλα αυτά παρά τα διαχρονικά εγχώρια παρατράγουδα τύπου μετρό της Θεσσαλονίκης, όπου υπήρξε το πρώτο αρνητικό συμβάν σε σχέση με τη λειτουργία του. Από τη άλλη, οι παρεμβάσεις που έκανε στη Βουλή ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό ήρθαν να εμπεδώσουν εκ νέου την άποψη πως, παρά τη γενικότερη διεθνή πραγματικότητα, τα λάθη και τις παραλείψεις, ουδείς άλλος μπορεί αυτή την ώρα να εγγυηθεί τη δημιουργία και την ορθή λειτουργία ενός σταθερού μηχανισμού απορρόφησης των σχετικών κραδασμών σε επίπεδο κοινωνίας και επικοινωνίας, καθώς και τη διατήρηση της αναπτυξιακής προοπτικής της Ελλάδας, εν μέσω μιας περιόδου όπου η ρευστότητα αποτελεί κυρίαρχο σκηνικό, ακόμη και στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως συμβαίνει σε Γαλλία και Γερμανία.
Στο κομμάτι αυτό μάλιστα της πολιτικής σταθερότητας ως μονόδρομου για την αντιμετώπιση των δυσκολιών και τη λήψη μέτρων που έρχονται να ελαφρύνουν τα βάρη των νοικοκυριών εξαιτίας της πληθωριστικής κρίσης, φρόντισε να επενδύσει περαιτέρω ο Κυριάκος Μητσοτάκης προκαλώντας ουσιαστικά μια εικόνα προσωπικής σύγκρισης με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς και δη με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Νίκο Ανδρουλάκη, θεωρώντας πως με αυτό τον τρόπο έφερνε την μπάλα στο πολιτικό του γήπεδο.
Με την ξεκάθαρη εκτίμηση ότι ο Κρητικός ακόμη ψάχνεται, γεγονός που φρενάρει σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις τη δυναμική που είχε αναπτύξει μετά την εσωκομματική κάλπη και τους υπόλοιπους να κινούνται στα γνωστά τους για την ώρα standards, ο πρωθυπουργός δίχως αμφιβολία κέρδισε την παρτίδα, δίνοντας ακόμη περισσότερο αέρα στο κόμμα του, η πτώση του οποίου στις ίδιες δημοσκοπήσεις όχι μόνο σταμάτησε, αλλά φαίνεται έστω και οριακά πια να ακολουθείται η αντίθετη πορεία. Επειδή όμως τα 2,5 χρόνια που απομένουν μέχρι το 2027 δεν είναι σπριντ αλλά μαραθώνιος, το τελικό πρόσημο θα κριθεί από τη διάρκεια των απαντήσεων στη μάχη κατά της ακρίβειας και φυσικά την αποτελεσματικότητά τους, τη βελτίωση κομβικών τομέων προεξαρχούσης της Υγείας και την ορθή ανάλυση των πολιτικών και κοινωνικών δεδομένων, στοιχείο που σαφέστατα έλειψε στο διάστημα που προηγήθηκε της ευρωκάλπης.
Σε αυτά βεβαίως προσθέστε και την ανάγκη να διατηρηθεί ζωντανός ο δίαυλος επικοινωνίας, η «συνομιλία» με την παραδοσιακή «γαλάζια» βάση και το στελεχιακό δυναμικό. Όσο κι αν ορισμένοι θεωρούν… ντεμοντέ αυτή τη συζήτηση, η ιστορία έχει δείξει πως τα κάστρα εξακολουθούν να πέφτουν από… μέσα! Όλα τα παραπάνω στοιχειοθετούν επί της ουσίας την έννοια της αναμέτρησης της κυβέρνησης της ΝΔ με τον μεγαλύτερο αντίπαλό της σε αυτή τη χρονική στιγμή, μέχρι την εμφάνιση κάποιας άλλης περίπτωσης. Ο λόγος για τον κακό της εαυτό…