Η χώρα μας δεν έχει μεγάλα χρονικά περιθώρια να οργανωθεί ώστε να βρεθεί στην πρώτη βαθμίδα της εποχής της τεχνητής νοημοσύνης, που ήδη έχει ξεκινήσει με γοργούς ρυθμούς. Η Ελλάδα στην προκειμένη περίπτωση δεν καλείται μόνο να προλάβει το μέλλον αλλά και να αναστρέψει τις εμπλοκές του παρελθόντος. Ακριβώς επειδή δεν κατόρθωσε να αξιοποιήσει στρατηγικά την ευκαιρία της εποχής μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και της χρηματοοικονομικής παγκοσμιοποίησης, τόσο στο βιοτικό επίπεδο όσο και στους οικονομικούς δείκτες, τώρα δεν θα πρέπει πλέον να κάνει βήματα προς τα εμπρός αλλά άλματα.
Είναι γεγονός ότι στο παρόν κατώφλι της ιστορίας η Ελλάδα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και του ΝΑΤΟ, δείχνει πολύ συγκροτημένη για τα δεδομένα της αλλά και σε ετοιμότητα για τη νέα εποχή. Έχει πολιτική σταθερότητα, την οποία διασφαλίζουν με την ψήφο τους οι πολίτες σε τακτικές εκλογές, και διοικείται από μια κυβέρνηση μεταρρυθμιστική και επιμελώς μελετημένη για το ποια είναι τα στοιχήματα του μέλλοντος αλλά και οι ευκαιρίες για τη χώρα.
Η Ελλάδα στην παρούσα φάση, με τις ποικίλες γεωπολιτικές ανατροπές, δεν κινδυνεύει από εμφύλιες διαμάχες, ούτε απειλείται από διεθνοπολιτικά παίγνια επιρροής και χειραγώγησης στον υπό διαμόρφωση πολυκεντρικό κόσμο του διεθνούς power game, όπου οι κεντρικοί και ισχυροί παίκτες αναζητούν με κάθε μέσο την επέκταση των ζωνών επιρροής τους. Η συγκεκριμένη παράμετρος θα πρέπει να αξιολογηθεί ως πολύ σημαντική.
Για να μην πάμε σε παραδείγματα του Μεσοπολέμου, όταν σε κρίσιμες καμπές της ιστορίας εμείς στην Ελλάδα ζούσαμε το μεγαλείο του «εθνικού διχασμού» μας, αρκεί να θυμίσουμε τι συνέβαινε το 1989-1990. Όταν ο κόσμος και ειδικά η Δύση υιοθετούσε νέα δεδομένα και η Ευρώπη προωθούσε την οικονομική και νομισματική της ενότητα, στην Ελλάδα -εν μέσω σκανδαλολογίας με ευκαιριακές κυβερνήσεις συνασπισμού και αδύναμες στη συνέχεια μονοκομματικές κυβερνήσεις, εκλογικών νόμων κομματικής σκοπιμότητας από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ τότε- δεν μπορούσαμε να διαφύγουμε από τον κύκλο του χάους και της απορρύθμισης.
Πάρα το γεγονός ότι τα επόμενα χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με το γύρισμα του αιώνα ενταχθήκαμε στον κύκλο της ΟΝΕ, ωστόσο ακολουθήσαμε διαδρομές αναξιοπιστίας στα δημόσια οικονομικά μας και υπερβολής και ματαιοδοξίας στα ιδιωτικά οικονομικά, με αποτέλεσμα -σε συνθήκες πλήρους αξιοπιστίας- να καταρρεύσουμε δημοσιονομικά, οικονομικά, κοινωνικά μια δεκαετία αργότερα.
Ο κύκλος αυτός των χαμένων προσδοκιών και των μεγάλων λόγων, που δεν βασίζονταν στη γη και στην πραγματικότητα, έχει δώσει πλέον μια ωριμότητα στους Έλληνες και προδιαγραφές πιο σοβαρές στο πολιτικό σύστημα και τη διακυβέρνηση. Δεν είναι καθόλου τυχαίες οι επιλογές της πλειοψηφίας, που εξελίχθηκαν άσχετα με τις αξιολογήσεις των κομμάτων ή κάποιων χαρακτηριζόμενων ως ελίτ.
Οι πολίτες ήξεραν γιατί το 2015 υπερψήφισαν δύο φορές μέσα σε λίγους μήνες το αιρετικό σχήμα διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αλλά ήξεραν και γιατί επέλεξαν αυτοδύναμη διακυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας στη συνέχεια, από το 2019 μέχρι και σήμερα, σε δύο τακτικές εκλογικές αναμετρήσεις. Ο εγγυητής της διακυβέρνησης, πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, σε μια χώρα με εθνική κατάθλιψη από την εποχή των μνημονίων και πάγια σημαντικά δομικά ζητήματα στη διάρθρωση του κράτους και της οικονομίας, οργανώνει την ένταξη της Ελλάδας στον κύκλο της εποχής των τεχνολογιών.
Τα εργαλεία της τεχνητής νοημοσύνης, οι επενδύσεις και οι διεθνείς συνεργασίες που χρειάζονται για την εξέλιξή τους, η ένταξη της χώρας στις επτά -από την πλευρά της Ευρώπης- που θα αξιοποιήσουν κονδύλια για εργοστάσια τεχνητής νοημοσύνης, είναι ενδείξεις ότι μπορούμε να προλάβουμε το μέλλον. Ακόμη και τα μηνύματα της επερχόμενης προεδρίας Τραμπ σε αυτό συντείνουν. Το ζήτημα όμως είναι, θα μπορέσουμε να αναστρέψουμε τις εμπλοκές που μας κληρονομούν τα τελευταία 30 χρόνια αποτυχιών;