Σε άρθρο του στους «Times», τη ναυαρχίδα του βρετανικού Τύπου με την οποία έχει αποκλειστική συνεργασία στην Ελλάδα η εφημερίδα «Παραπολιτικά», ο πρώην αρχηγός των Συντηρητικών (Τόρις) στο Ηνωμένο Βασίλειο, Ουίλιαμ Χέιγκ, σημειώνει ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα τρία μεγάλα προβλήματα: τη χαμηλή ανάπτυξη, την επιθετική Ρωσία και την άνοδο της μαζικής μετανάστευσης.
Προβλήματα τα οποία επιτείνονται από τη διογκούμενη κρίση στη Μέση Ανατολή, που άρχισε με την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, συνεχίστηκε με τον πολυμέτωπο πόλεμο που τον ξεκίνησε το Ισραήλ, επεκτάθηκε στην Ερυθρά Θάλασσα με τις επιθέσεις των Χούθι και κλιμακώνεται πια με την ανατροπή Άσαντ από το πάλαι ποτέ παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία.
Αυτές είναι και οι μεγάλες προκλήσεις που έχει, ωστόσο, μπροστά της η ελληνική κυβέρνηση. Και πρέπει σίγουρα πλέον να έχει αντιληφθεί ότι σε τέτοιου βεληνεκούς στρατηγικές και γεωπολιτικές προκλήσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της φύσης και της δομής της ως υπερεθνικού οργανισμού αντιδρά πάντοτε με αρκετή καθυστέρηση. Επομένως, η ευθύνη βαραίνει κυρίως τους ώμους της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη να ανταποκριθεί μέσα στα επόμενα δυόμισι χρόνια, που τη χωρίζουν από τις επόμενες εθνικές κάλπες.
H ελληνική οικονομία έχει μπει σταθερά σε τροχιά ανάπτυξης και μάλιστα πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,3% φέτος, 2,2% το 2025 και 2,5% το 2026, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ. Τον Αύγουστο του 2026, ωστόσο, τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης τελειώνουν. Το τεράστιο ποσό των 36 δισ. ευρώ (επιδοτήσεις και δάνεια) που αναλογεί στη χώρα μας πρέπει να έχει εκταμιευτεί μέχρι τότε και μέχρι στιγμής δεν φαίνεται καμία διάθεση στις χώρες ειδικά του ευρωπαϊκού Βορρά να δώσουν κάποιας μορφής παράταση. Άρα, αν υποθέσουμε ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης συμβάλλουν κατά περίπου μία μονάδα αύξησης του ΑΕΠ της χώρας ετησίως, η κυβέρνηση πρέπει άμεσα να «εφεύρει» έναν τρόπο η ανάπτυξη να συνεχίσει να κινείται με ρυθμούς άνω του 2% και χωρίς αυτό το πολύτιμο χρηματοδοτικό εργαλείο, μια άσκηση σαφώς δύσκολη και πολυσύνθετη.
Η επιθετική Ρωσία, που αναφέρει ο Χέιγκ στην ανάλυσή του, είναι σίγουρα κάτι που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει η Ελλάδα, ούτε μπορεί να συνεισφέρει κάτι περισσότερο από τον οπλισμό που έχει ήδη στείλει στην Ουκρανία και τους άλλους τρόπους με τους οποίους διπλωματικά και πολιτικά στηρίζει το Κίεβο. Μπορεί όμως να πιέσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ να στηρίξουν σχέδια τα οποία αντισταθμίζουν μελλοντικά τον ρωσικό κίνδυνο για την Ευρώπη, ενισχύοντας τη στρατηγική της αυτονομία και την ενεργειακή της ανεξαρτησία. Τέτοιο σχέδιο είναι η δημιουργία του Εναρμονισμένου Στρατιωτικού Διαδρόμου Κινητικότητας, που θα συνδέει τη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη με τη Βάρνα της Βουλγαρίας και την Κωνστάντζα της Ρουμανίας. Είναι επίσης το έργο της Σιδηροδρομικής Σύνδεσης Θεσσαλονίκη – Καβάλα – Αλεξανδρούπολη – Μπουργκάς – Βάρνα – Ρούσε, που μελλοντικά μπορεί να φτάνει μέχρι την Ουκρανία. Είναι ο Κάθετος Διάδρομος που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την Ελλάδα στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία, στη Σλοβακία, στη Μολδαβία και την Ουκρανία, μέσα από τη σύνδεση υφιστάμενων αλλά και νέων ευρωπαϊκών υποδομών μεταφοράς φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Τα έργα αυτά είναι φιλόδοξα, δαπανηρά, απαιτούν γενναία χρηματοδότηση και πάνω από όλα ισχυρή πολιτική βούληση σε όλες τις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, αλλά εφόσον υλοποιηθούν αναβαθμίζουν τη χώρα μας σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας, εμπορικών φορτίων, ανθρώπων και προϊόντων σε κλίμακα χωρίς προηγούμενο στο παρελθόν.
Η άνοδος της μαζικής μετανάστευσης είναι ένα φλέγον ζήτημα, που και στην Ελλάδα θρέφει πολιτικά τα κόμματα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας, όπως βέβαια και στην Ευρώπη. Λύσεις μαγικές δεν υπάρχουν, όπως σίγουρα μπορεί να βεβαιώσει η Τζόρτζια Μελόνι, που δαπάνησε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ του ιταλικού προϋπολογισμού για να χτίσει κέντρα κράτησης μεταναστών στην Αλβανία, που στέκουν τώρα άδεια. Όπως δε διαπίστωσαν με σκληρό τρόπο οι Βρετανοί, η βασική υπόσχεση των υποστηρικτών του Brexit ότι θα πάρουν πίσω τον έλεγχο της χώρας και θα σταματήσουν τη μαζική μετανάστευση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια μαζική πολιτική εξαπάτηση. Το δωδεκάμηνο μέχρι τον περασμένο Ιούνιο, οι μετανάστες που εισήλθαν στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν 728.000. Το προηγούμενο δωδεκάμηνο ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 906.000. Το 2015, μέσα σε δώδεκα μήνες πάλι, ο αριθμός των μεταναστών που μπήκαν στη χώρα, δίνοντας τροφή για σκληρή ρητορική από όσους τάσσονταν υπέρ του Brexit, ήταν 330.000…
Η Τουρκία θα ανακουφιστεί σημαντικά από μεγάλο αριθμό Σύρων προσφύγων που με την πτώση του καθεστώτος Άσαντ λογικά θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Είναι μια καλή συγκυρία πια να πιεστεί και από την Αθήνα και από τις Βρυξέλλες να εφαρμόσει τη Συμφωνία του 2016, που προβλέπει πως «όλοι οι νέοι παράτυποι μετανάστες που φθάνουν στα ελληνικά νησιά μέσω Τουρκίας από τις 20 Μαρτίου 2016 και έπειτα θα επιστρέφονται σε αυτή», αλλά και να συνεργαστεί ακόμα καλύτερα με το ελληνικό Λιμενικό Σώμα για την αντιμετώπιση των παράνομων μεταναστευτικών ροών.