Η τσέπη και οι εναλλακτικές…

Τα κενά καλύπτονται πάντα και οι ζυμώσεις ωθούνται από τις ανάγκες της εκάστοτε συγκυρίας
18:23 - 27 Νοέμβριος 2024
Óôéãìéüôõðï áðü ôï Ïéêïíïìéêü Öüñïõì Äåëöþí. ÐÝìðôç 1 Ìáñôßïõ 20018 (EUROKINISSI/ ÃÉÁÍÍÇÓ ÐÁÍÁÃÏÐÏÕËÏÓ)

Πριν από μερικές εβδομάδες, στη διάρκεια της ενημέρωσης που παρείχε ο Κωστής Χατζηδάκης στους βουλευτές της ΝΔ για τον προϋπολογισμό, διεμήνυσε ότι τα πολύ δύσκολα σε δημοσιονομικό επίπεδο είναι πίσω. Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών έσπευσε να συμπληρώσει πως στο εξής θα υπάρχουν κατά βάση θετικά μηνύματα για τους πολίτες σε ό,τι αφορά τη φορολογία αλλά και συνολικά την πραγματική οικονομία.

Προφανώς, αυτή είναι η γραμμή όχι μόνο του «τσάρου» αλλά και της ίδιας της ηγεσίας της κυβέρνησης, κάτι που αποτυπώνεται ξεκάθαρα και από τις δημόσιες παρεμβάσεις του πρωθυπουργού, καθώς και από τις τοποθετήσεις του στα τελευταία υπουργικά συμβούλια. Άπαντες φυσικά στο κυβερνητικό στρατόπεδο αλλά πριν και πέρα απ’ όλα στην ίδια την κοινωνία ευελπιστούν οι προβλέψεις αυτές να πραγματοποιηθούν στο έπακρο, καθώς και να έχουν αντίκτυπο σε όλα εκείνα τα κρίσιμα μέτωπα που απασχολούν τους πολίτες. Όπως φαίνεται και από τη μέτρηση της GPO για το ραδιόφωνο των «Παραπολιτικών», παρά την αδιαμφισβήτητη βελτίωση των οικονομικών δεικτών και κατ’ επέκταση της καθημερινότητας από το 2019 μέχρι σήμερα, η επέλαση της εισαγόμενης και μη ακρίβειας έχει οδηγήσει τα νοικοκυριά σε πολύ δυσχερή θέση. Αν στο κάδρο αυτό προσθέσει κάποιος και την παράμετρο της αδιανόητης αύξησης των ενοικίων, τότε αντιλαμβάνεται πως ακόμη και για τη δεξαμενή εκείνη που δεν ανήκει στις λεγόμενες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, με την αυστηρή έννοια του όρου, τα πράγματα καθίστανται ιδιαίτερα δύσκολα.

Το γεγονός αυτό έχει πολύπλευρες συνέπειες σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας, αφού η μεσαία τάξη και οι πολίτες εκείνοι που βρίσκονται στις παρυφές της είναι εκείνοι που τροφοδοτούν με οικονομικό «καύσιμο» τις μικρότερες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις (από την εστίαση μέχρι τον εμπορικό κόσμο) αλλά και άλλους τομείς. Όταν, για παράδειγμα, ένα δυάρι σε μια λαϊκή γειτονιά όπως η Καλλιθέα, οι περιοχές πέριξ του Πειραιά, ή οι φθηνές συνοικίες γύρω από το κέντρο της Αθήνας κοστίζει 600 ευρώ, μοιραία για έναν μισθωτό ακόμη και των 1.400-1.500 ευρώ η διαχείριση των οικονομικών του συνιστά μια δυσεπίλυτη εξίσωση, πολλώ δε μάλλον αν αναλογιστεί κανείς και τον παράγοντα των ανατιμήσεων σε προϊόντα και ενέργεια. Γιατί, πράγματι, χάρη στις παρεμβάσεις των αρμόδιων χαρτοφυλακίων έχει υπάρξει μείωση στις τιμές κάποιων ειδών πρώτης ανάγκης, ωστόσο, η συνθήκη αυτή έχει να κάνει με το πρόσφατο παρελθόν και όχι με το κόστος των αντίστοιχων προϊόντων, για παράδειγμα, την προηγούμενη τριετία.

Όπως φαίνεται, το μέτρο για την παροχή κινήτρων σχετικά με την ανακαίνιση παλαιότερων κατοικιών, που θα μπορούσαν να βγουν στην αγορά προς ενοικίαση για να αυξήσουν τις επιλογές των ενοικιαστών και τον ίδιο τον ανταγωνισμό, ή εκείνο με την προσωρινή απαγόρευση του Airbnb σε περιοχές της Αττικής που βρίσκονται στο κόκκινο δεν έχουν, για την ώρα, το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση οφείλει να βρει εναλλακτικές και σε αυτή την περίπτωση και στα υπόλοιπα μέτωπα της οικονομικής πολιτικής. Γιατί ακόμη κι αν προς το παρόν δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, μοιραία θα προκύψει κάποια στιγμή μια… εναλλακτική σε πολιτικό αυτή τη φορά επίπεδο. Εξάλλου, τα κενά καλύπτονται πάντα και οι ζυμώσεις ωθούνται από τις ανάγκες της εκάστοτε συγκυρίας. Κι εκεί, μπορεί να ψηλώνουν ακόμη και οι… πολιτικοί νάνοι ή έστω μετρίου αναστήματος. Ιδιαίτερα δε αν εισέλθει στο όλο σκηνικό και το στοιχείο της οργής. Αυτό βέβαια υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς.