Όταν οι Έλληνες πολεμούσαν με ηρωισμό για την πατρίδα

Πλέον οι τελευταίοι που βρέθηκαν σε μέτωπα έφυγαν, οι μνήμες ασθένησαν και η ιστορία γράφτηκε εκ νέου σε άλλους τόνους
16:12 - 29 Οκτωβρίου 2024

84 χρόνια έχουν περάσει από τότε που οι Έλληνες μπήκαν σε πόλεμο. Χθες με δοξολογίες, παρελάσεις, καταθέσεις στεφάνων είχαμε την επέτειο της θερμής εμπλοκής στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Το «όχι» του τότε ηγέτη της χώρας, Ι. Μεταξά, που επιβεβαιώθηκε από τον ελληνικό λαό, όταν φορούσε τα στρατιωτικά ρούχα και έφευγε τραγουδώντας για το μέτωπο, ήταν μια αναγκαστική επιλογή. Η Ελλάδα, ένα πολεμικό και όχι μόνον ένοπλο έθνος, και στις δυο εθνικές επετείους της, τη χθεσινή της 28ης Οκτωβρίου αλλά και της άλλης, της επίσημης έναρξης της εθνικοαπελευθερωτικής της επανάστασης απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 25η Μαρτίου, θυμάται και γιορτάζει την έναρξη του πολέμου. Σε αντίθεση στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και τον κόσμο συνηθίζεται οι επέτειοι να συνδέονται με το τέλος των πολέμων και τις μεγάλες νίκες. Αυτή η κατά κάποιον τρόπο «ανορθογραφία» δείχνει το βάθος του ήθους των Ελλήνων, που συνδέεται με την αποδοχή της θυσίας προς την πατρίδα, πέραν από τη νίκη ή την ήττα, αλλά και την έννοια της προσφοράς ακόμη και της ζωής στο μεγαλείο και το δικαίωμα ενός αρχαίου λαού και πολιτισμού να συνεχίσει να υπάρχει μέσα από την εθνική πραγμάτωση και συγκρότησή του.

Η ένταξη στις ένοπλες δυνάμεις του έθνους υπήρξε καθήκον και η συμμετοχή στον ηρωισμό, τον εξαρχής ηρωισμό, αφού η σύγκρουση ήταν με υπέρτερες δυνάμεις το κισμέτ του ατόμου που μαχόταν για την ομάδα, την υπέρτατη ομάδα, την πατρίδα. Υπέρ βωμών και εστιών στον ορισμό της. Το ιδιωτικό και το ατομικό δηλαδή συνδεόταν με το δημόσιο και το μαζικό. Αυτή ήταν η κοινή ταυτότητα που αποτέλεσε για γενιές ολόκληρες τη βάση της κοινωνικοποίησης, της ηθικής και της ιστορικής συνέχειας και συνοχής των Ελλήνων. Και στον πόλεμο και στην ειρήνη.

Από τη δεκαετία του 1950, μετά και το τέλος των εμφυλίων με την επικράτηση των εθνικών δυνάμεων απέναντι στο κομμουνιστικό ιδεώδες της βαλκανικής συνομοσπονδίας, οι Έλληνες δεν ενεπλάκησαν σε άλλον μεγάλο πόλεμο. Δεν υπήρξαν άλλοι θάνατοι, νεκροί και τραυματίες από τα μέτωπα των εθνικών πολέμων. Δεν υπήρξαν άλλες καταστροφές. Δεν υπήρξαν βομβαρδισμοί των πόλεων, κάψιμο των σοδειών στην ύπαιθρο, επιτάξεις και δολιοφθορές υποδομών. 84 χρόνια μετά η Ελλάδα έχει ουσιαστικά ξεχάσει τον πόλεμο. Οι τελευταίες γενιές που πολέμησαν σε μέτωπα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στη δυτική Ασία και την Ιωνία ή πριν, στο Βαλκανικό έπος, έφυγαν και πλέον έχουν φύγει και οι γενιές του τελευταίου πολέμου. Οι μνήμες ασθένησαν, η ιστορία γράφτηκε εκ νέου σε άλλους τόνους, υπό την κουλτούρα των ηττημένων της Αριστεράς των εμφυλίων και των σε δεσπόζουσα θέση φιλελεύθερων του δυτικού «πασιφισμού».

Οι Έλληνες έχασαν βαθμηδόν τα χαρακτηριστικά του πολεμικού έθνους. Αλλά και το ήθος, την αίσθηση του καθήκοντος, που επιτάσσει το να τα αφήνω όλα πίσω μου, οικογένεια, περιουσία, φίλους, καθημερινότητα και να κινούμαι προς το μέτωπο του πολέμου. Το επίκεντρο της μάχης και του ενδεχόμενου αφανισμού. Οι Έλληνες έπρεπε να πορευθούν στην ειρήνη χωρίς πόλεμο. Οκτώ δεκαετίες μετά ακόμη προσπαθούν. Δισ. δολάρια και ευρώ έχουν επενδυθεί στην Ελλάδα για να αναβαθμισθεί. Κι όμως αυτή εξακολουθεί να καρκινοβατεί. Μέλος του πυρήνα της επόμενης των πολέμων Ευρώπης και από τα πρώτα κράτη του Ατλαντικού Στρατιωτικού Συμφώνου, εξακολουθεί να ψάχνει την μεταπολεμική της ταυτότητα. Με σταθερό δημοκρατικό πολίτευμα για πέντε δεκαετίες, οι Έλληνες δεν μπορούν να βρουν το άλμα προς το μέλλον. Ένοπλο έθνος και σήμερα εξαιτίας της επιθετικής Τουρκίας, αλλά όχι πολεμικό. Λείπει από τους Έλληνες το πολεμικό ήθος, γιατί στη βάση τους, ακόμη και αν δεν το θυμούνται, ήταν και είναι ένας πολεμικός λαός που μέσα από τη φωτιά και τη θυσία έγιναν… πατρίδα.