Σήμερα το βράδυ θα έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε το εσωκομματικό debate των έξι υποψηφίων για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Άσχετα με τα ποσοστά της τηλεθέασης και άσχετα επίσης με το αν θα συμμετάσχουν στην κομματική ψηφοφορία όσοι το παρακολουθήσουν, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας του. Έχοντας από χρόνια -μετά τη χρεοκοπία της χώρας που εν πολλοίς και δικαίως τη χρεώθηκε πολιτικά και στρατηγικά- πάψει να είναι κόμμα ισχυρής επιρροής, στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται με ορίζοντα το 2027 αναζητεί την επόμενη ημέρα του.
Τα στοιχεία που καθορίζουν αυτή την επόμενη εποχή του και ουσιαστικά τη δομική ανάκαμψή του είναι η ηγεσία που θα προκύψει από τις εκλογές των δύο γύρων, που είναι το πρώτο βήμα. Ο χαρακτήρας και η φυσιογνωμία που θα πάρει τους επόμενους μήνες. Η διατύπωση της στρατηγικής του για τη χώρα και τη διακυβέρνηση που θα διακηρυχθεί μέσα στην επόμενη χρονιά, το 2025.
Οι συνθήκες για το ΠΑΣΟΚ δείχνουν στην παρούσα συγκυρία πιο ευνοϊκές από τα προηγούμενα χρόνια εξαιτίας της διαδικασίας αυτοδιάλυσης και απορρύθμισης, μέσα σε ένα χαοτικό περιβάλλον, του ΣΥΡΙΖΑ. Της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλαδή. Το ΠΑΣΟΚ υπό την έννοια αυτή έχει πιθανότητες να βρεθεί, αντί του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει να διασπάται, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Κοινοβούλιο. Όχι γιατί το πέτυχε αυξάνοντας την επιρροή του και την αξιοπιστία του στους πολίτες, αλλά γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη, ή η νομενκλατούρα του καλύτερα, συνεχίζουν να αποδυναμώνουν τον πολιτικό τους οργανισμό. Μαζί, τη θεώρηση της «κυβερνώσας Αριστεράς».
Μένοντας στο ΠΑΣΟΚ, μπορούμε από τώρα να σημειώσουμε ότι θα το χαρακτηρίσει η νέα ηγεσία του. Είναι δηλαδή ήδη φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη θα είναι παρόμοιο με το υπάρχον, αλλά διαφορετικό από το ΠΑΣΟΚ του Δούκα ή το ΠΑΣΟΚ της Διαμαντοπούλου και φυσικά το ΠΑΣΟΚ του Γερουλάνου, αν λάβουμε υπόψη μας τους επικρατέστερους, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις στην εσωκομματική κούρσα. Προβλέψεις ασφαλείας και σταθερές για το αποτέλεσμα δεν επιτρέπονται κανονικά. Γιατί οι δημοσκοπήσεις, σε αντίθεση με τις εθνικές, τις ευρωπαϊκές και τις περιφερειακές εκλογές, δεν μπορεί να θεωρηθούν ασφαλείας. Για τον απλούστατο λόγο ότι οι εταιρείες μετρούν χωρίς να μπορούν, ούτε αυτοί ούτε κανένας, να προσδιορίσουν το εκλογικό σώμα. Ούτε ως προς τον όγκο του, άρα, ούτε ως προς τις προτιμήσεις του. Πάντως από το ΠΑΣΟΚ, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, αναμένονται την επόμενη ημέρα συντονισμός και εναρμόνιση των δυνάμεων, των φιλοδοξιών και των επιλογών στρατηγικής. Θα έχουμε δηλαδή μετά τους δύο γύρους ένας σταθερό αποτέλεσμα και μια υπό συγκρότηση κομματική πραγματικότητα.
Αυτό δεν δείχνει ότι μπορεί να προκύψει στον ΣΥΡΙΖΑ. Εφόσον ο Στ. Κασσελάκης κατορθώσει τελικά να είναι υποψήφιος και πάλι για την ηγεσία, με τις περισσότερες πιθανότητες να επικρατήσει δεν είναι καθόλου απρόβλεπτη μια νέα μαζική αποχώρηση στελεχών, που αντικειμενικά δεν θα μπορούν να «συγκατοικήσουν» με τους «Κasselistas». Αν, από την άλλη, η νομενκλατούρα του κόμματος κατορθώσει να αποκλείσει την υποψηφιότητα Κασσελάκη ή αν ηττηθεί η υποψηφιότητα του έκπτωτου προέδρου, είναι πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει να υποχωρεί σε επιρροή, γιατί θα αποχωρούν οι «Kasselistas», ό,τι και να κάνει ο Κασσελάκης. Άρα στον ΣΥΡΙΖΑ θα έχουμε επόμενο γύρο εσωκομματικών διεργασιών, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα και ενδεχομένως νέα κρίση ηγεσίας μέχρι το καλοκαίρι, οπότε και οι οριστικές εξελίξεις.
Σε όλες τις περιπτώσεις, μέσα στον επόμενο χρόνο σε μεγάλο βαθμό θα απαντηθούν τα ερωτήματα ως προς το κατά πόσον στις εκλογές του 2027 μπορεί να μας προκύψει κυβέρνηση συνασπισμού ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ, όχι πάντως με τον κ. Τσίπρα πρωθυπουργό.