Από την «πράσινη» στην πολεμική Ευρώπη το μοντέλο Ντράγκι

Εισηγείται τη στροφή στην αμυντική βιομηχανία - Αυτό συμφέρει τέσσερις ουσιαστικά χώρες: Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία
18:58 - 5 Σεπτέμβριος 2024

Πριν από περίπου πέντε χρόνια ήταν απολύτως αποδεκτή η μονομέρεια της μετάβασης στην «πράσινη» Ευρώπη. Με σκεπτικό που βασιζόταν στην απειλή της κλιματικής αλλαγής και μια πολυεπίπεδη προβολή μιας δεσπόζουσας παραμετροποίησης, που «έντυσε» ιδεολογικά και θεωρητικά, σε κάποιον βαθμό και επιστημονικά, την επικεντρωμένη ευρωπαϊκή χρηματοδότηση σε αυτή και μόνον την κατεύθυνση, τον πόλεμο του άνθρακα και τη μείωση του CO2.

Παρά το γεγονός ότι η επιβάρυνση στην παγκόσμια ρύπανση από την Ευρώπη στο σύνολό της δεν ξεπερνούσε το 10%, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Κίνα που έφθανε στο 40%, ή και άλλων δυνάμεων της Ασίας, με τις ΗΠΑ ή τον παγκόσμιο Νότο, η Ευρώπη έχτισε στην Ολλανδία ένα εταιρικό χρηματιστήριο ρύπων και σε κεντρικό επίπεδο αποφάσισε να ξοδέψει δισ. ευρώ σε αυτή την κατεύθυνση. Στόχος η μείωση της ρύπανσης στο 4% και ουσιαστικά ένα διεθνές χρηματοοικονομικό παίγνιο τρισ. με αγοραπωλησίες ρύπων.

Οι ελίτ του γκρουπ ουσιαστικά αποφάσισαν και επένδυσαν ισχυρά σε μια σπουδαία αναδιάρθρωση κονδυλίων και προτεραιοτήτων στη βάση της «πράσινης» μετάβασης -σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που πόνταραν στις τεχνολογίες και χρηματιστηριακά-, για να στηρίξουν τις πωλήσεις των αυτοκινητοβιομηχανιών τους με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, το προφίλ της προμήθειας ενέργειας από τρίτους αλλά και μια ολόκληρη νέα βιομηχανία στη βάση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).

Το μοντέλο τα πρώτα χρόνια δούλεψε καλύτερα στην ανάσχεση των διεθνών κρίσεων του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού της παγκοσμιοποίησης και του G7, αλλά στη διαδρομή παρουσιάσθηκαν προβλήματα. Για παράδειγμα, πριν από δύο χρόνια η «αριστοκρατία» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, στενά συνδεδεμένη με την Κίνα, άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα είχαν ζητήματα με τα ακριβά ανταλλακτικά τους και ειδικά με την αντικατάσταση της μπαταρίας τους. Δεν είχαν τον ρυθμό των πωλήσεων που είχε προβλεφθεί. Τα δίκτυα εφοδιασμού με ηλεκτρικό ρεύμα δεν αναπτύσσονταν τόσο γοργά ώστε να στηριχθεί το άλμα της αντικατάστασης των αυτοκινήτων βενζίνης ή ντίζελ με τον κινητήρα κλειστού τύπου. Τα ορυχεία λιθίου δεν επαρκούσαν.
Το χειρότερο, η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν αποφάσισε το αδιανόητο. Να εισβάλει στρατιωτικά στην Ουκρανία. Με τον τρόπο αυτό δεν ανέτρεψε μόνον τα δεδικασμένα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά εξαιτίας των κυρώσεων που ενθάρρυναν επιθετικά οι ΗΠΑ σε βάρος της Ρωσίας διερράγη ο άξονας της γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη, που βασιζόταν στο ενεργειακό πλεονέκτημα της σχέσης Βερολίνου – Μόσχας, σε συνδυασμό με την «πράσινη» διέξοδο που ήταν το αντιστάθμισμα προς τα συμφέροντα των Γάλλων.

Η Ελλάδα σε αυτό το παζλ, που στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας έδειχνε επαρκώς ασφαλές για να ποντάρει τη μετα-μνημονιακή της πορεία, έχει στη βάση της συστημικής ανάλυσης μονομερώς δραστηριοποιηθεί στην «πράσινη» μετάβαση, χωρίς μάλιστα επενδύσεις σε υποδομές δικτύου, με αποτέλεσμα η ενέργεια να παραμένει εξόχως ακριβή για οικιακούς καταναλωτές και επιχειρήσεις.

Σήμερα, πλέον, αν παρακολουθήσουμε το προσχέδιο της μελέτης του χαρισματικού πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, για την επόμενη φάση στην Ευρώπη, αφήνει την «πράσινη» μετάβαση ως μοναδική προτεραιότητα και εισηγείται τη στροφή στην πολεμική βιομηχανία. Αυτό συμφέρει τέσσερις ουσιαστικά χώρες: Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία. Ο Ιταλός αριστοκράτης όμως δεν μένει σε αυτό. Προτείνει εκτός από την αναδιάταξη των κονδυλίων σφιχτή ευρωπαϊκή πολιτική από το διευθυντήριο για την προμήθεια όπλων και την παραγωγή ευρωπαϊκών όπλων, με συγχωνεύσεις κεντρικών βιομηχανικών ομίλων, «ευρωπαϊκή προτίμηση» έναντι των ΗΠΑ (διπολισμός, δηλαδή, εντός της Δύσης) και τη συγκρότηση κεντρικής Αρχής για την προμήθεια εξοπλισμών, που στη συνέχεια θα έχουν πρόσβαση (α λα καρτ) τα κράτη-μέλη και οι κυβερνήσεις τους ως καταναλωτές των προϊόντων του ευρωπαϊκού καρτέλ. Η Ελλάδα είναι απολύτως απροετοίμαστη για κάτι τέτοιο και θα έχει πολύ δραματικές επιπτώσεις επί των συμφερόντων της.