Το ύψος της αποχής στη χθεσινή εκλογική διαδικασία πλησίασε το 60%. Είναι φανερό ότι δεν αποτέλεσε μια αποχή αδιαφορίας και παραλίας, όπως πολλοί συστημικοί αναλυτές θα ήθελαν να είναι. Υπήρξε μια αποχή αποδοκιμασίας στο πολιτικό σύστημα της χώρας και μια εκδήλωση, θεσμικού τύπου, κρίσης εκπροσώπησης. Η πολιτικά και κυβερνητικά κυρίαρχη Νέα Δημοκρατία δέχθηκε ισχυρό πλήγμα, όχι σε συσχετισμό με τις περυσινές εθνικές εκλογές. Αλλά σε σχέση με τα ποσοστά της στις ευρωεκλογές του 2019, αλλά και με τους επίσημους στόχους που είχε ή ίδια η ηγεσία της θέσει ζητώντας θετική ψήφο. Οι πολίτες έδειξαν «κίτρινη κάρτα» χωρίς να παίρνουν κανένα ρίσκο ως προς τη σταθερότητα διακυβέρνησης της χώρας. Η Νέα Δημοκρατία καλείται να υπολογίσει καλύτερα τη συνοχή που οφείλει να διατηρεί μεταξύ του Κέντρου και της Δεξιάς, αποφεύγοντας οριακές καταστάσεις, όπως αυτή που δημιουργήθηκε με την πρόωρη χρονικά και άστοχη ως προς την πολιτική εκτίμηση επιλογή της προώθησης προεκλογικά της θεσμοποίησης του πολιτικού γάμου ομοφύλων και την τεκνοθεσία. Είναι διαφορετικά τα όρια της ατζέντας που μπορεί να ακολουθήσει ο Στέφανος Κασσελάκης στον ΣΥΡΙΖΑ και διαφορετικά τα δεδομένα που έχει στη διάθεσή του ο πρωθυπουργός ως πολιτικός ηγέτης της ελληνικής Κεντροδεξιάς, σε μια Ευρώπη μάλιστα που η χριστιανοδημοκρατία είναι το νέο «πολιτικό κέντρο».
Η κυβέρνηση δέχθηκε μια αρνητική για τις προσδοκίες της ψήφο, αλλά όχι σε σχέση με την ασφάλεια διακυβέρνησής της. Άρα ο κ. Μητσοτάκης έχει όλο το περιθώριο να αναδιατάξει το επιτελείο του στο Μέγαρο Μαξίμου και να προχωρήσει σε έναν δομικό ανασχηματισμό στην κυβέρνησή του, όχι για λόγους επικοινωνίας αυτή τη φορά, αλλά για να πετύχει ουσιώδη αποτελεσματικότητα και δημιουργικό πνεύμα. Κάτι που δεν επετεύχθη πέρυσι μετά τη συντριπτική επικράτηση στις εθνικές εκλογές. Είναι δεδομένο πλέον ότι το σημερινό κυβερνητικό σχήμα έχει αποτύχει σε πολλά και κρίσιμα μέτωπα, με κύριο αυτό της ακρίβειας, που, όσο και να προσπαθεί ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης να διαχειρισθεί, είναι αδύνατον χωρίς ένα ισχυρό και αξιόμαχο υπουργικό σχήμα, σε ένα διεθνές περιβάλλον μάλιστα όπου καλείται να επικεντρωθεί ο πρωθυπουργός και να αναλάβει κρίσιμες αποφάσεις.
Στον χώρο της αντιπολίτευσης κερδισμένα είναι τα πολιτικά σχήματα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου να υπερβαίνει σε εκλογική επιρροή το ΚΚΕ και την Αφροδίτη Λατινοπούλου με τη Φωνή της Λογικής να καταγράφεται στον κομματικό χάρτη με προϋποθέσεις. Η πολιτική ευστάθεια όμως για την Ελλάδα δεν απειλείται ούτε και η κοινωνική συνοχή, όπως συμβαίνει σε κεντρικές χώρες της Ευρώπης, και ειδικά στη Γαλλία και τη Γερμανία. Στην κλονισμένη Αριστερά-Κεντροαριστερά -νεκροταφείο κομμάτων και φιλοδοξιών πλέον- ο μεν ΣΥΡΙΖΑ υπό τον κ. Κασσελάκη παραμένει το πλέον ισχυρό κόμμα, παρά τις διασπάσεις και την αλλαγή του πολιτικού στίγματος και προφίλ του, χωρίς όμως να πετυχαίνει ένα άλμα στο 20%. Το ΠΑΣΟΚ από την άλλη για μια ακόμη φορά βρέθηκε στην τρίτη θέση από πλευράς επιρροής, χάνοντας μάλλον την πιο σπουδαία ευκαιρία να υπερβεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε κάλπη, στον δρόμο για το 2027. Μάλιστα το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ δείχνει ότι θα παραμένει εγκλωβισμένο, αφού το ποσοστό που πήρε θα δυσκολέψει την εσωκομματική αντιπολίτευση να αμφισβητήσει την ατυχή ηγεσία Ανδρουλάκη.
Όσες εκπλήξεις και ανατροπές και αν επεφύλαξαν οι χθεσινές εκλογές, η Ελλάδα παραμένει μια από τις πλέον σταθερές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια περίοδο που υπάρχει συνολική και βίαιη ανατροπή της Ευρώπης του «ουράνιου τόξου», με τη woke κουλτούρα και τη μονομέρεια της «πράσινης ατζέντας» έναντι όλων. Ανατροπές θα υπάρξουν και στην επιπλέον επιθετική στάση απέναντι στη Ρωσία πέραν των εδαφών της Ουκρανίας.