Οι διεθνείς εξελίξεις δεν προβλέπονται ευθύγραμμες. Ειδικά στα μέτωπα της έντασης, με πιο προβλεπτό αυτό της Ουκρανίας – Ρωσίας και πιο απρόβλεπτο εκείνο του Ισραήλ – Ιράν και της Γάζας. Δεν μπορεί να υπάρξει λοιπόν καθησυχασμός σε καμία περίπτωση στην Ελλάδα τόσο από πλευράς κυβέρνησης και διοίκησης όσο και από πλευράς επιχειρήσεων και πολιτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο χρόνος που κυλά σε μια ελεγχόμενη κατάσταση έντασης θα πρέπει να αξιοποιηθεί για να προετοιμαστεί η χώρα για πιο έντονες αναταράξεις και ανατροπή προβλέψεων. Για παράδειγμα ως προς το ύψος του πληθωρισμού ή για τις επενδύσεις. Για την ακρίβεια ή για το κόστος της ενέργειας. Ακόμη και για αυτή την πορεία του προϋπολογισμού, χωρίς να μπορούμε να λάβουμε υπόψη μας την ανάγκη νέων αποζημιώσεων από ακραία καιρικά φαινόμενα και καταστροφικές πυρκαγιές το καλοκαίρι.
Το λάθος θα ήταν ακόμη και την προεκλογική περίοδο και περισσότερο έπειτα από αυτή να γίνει αποδεκτό στη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα, αλλά και στον σχεδιασμό πολιτικών ή την καταγραφή παραμέτρων, ότι η κατάσταση για παράδειγμα στη Δυτική Ασία θα παραμείνει σε ύφεση. Ή ότι οι εφοδιαστικές αλυσίδες δεν θα παρουσιάσουν αναταράξεις επιπλέον.
Αν βάλουμε σε σειρά τα ζητήματα, είναι φανερό ότι στα θέματα καθημερινότητας θα πρέπει πολύ γρήγορα να εντοπισθεί αλλά και να ανασχεθεί το ζήτημα της απληστίας της αγοράς ως προς το ποσοστό κέρδους. Να εμπεδωθεί ένα περιβάλλον κόστους ζωής ανάλογο τουλάχιστον με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και σε συνάρτηση με το επίπεδο των μέσων εισοδημάτων στην Ελλάδα. Η φορολογική πολιτική θα πρέπει να μελετηθεί στη βάση διαφορετικών σεναρίων διεθνών κρίσεων, ούτως ώστε ειδικά στο πεδίο της έμμεσης φορολογίας να μην προκύψουν αιφνιδιασμοί. Μπορεί να έχουμε ως δεδομένη την κυβερνητική σταθερότητα μέχρι τον Ιούνιο του 2027 ή να είναι σαφής ο γεωπολιτικός προσανατολισμός μας με την πλευρά της Δύσης, αλλά είμαστε πολύ μακριά από την έννοια της ενιαίας Δύσης, όπως είμαστε σε πολύ προβληματική κατάσταση ως προς τον προσανατολισμό της Ευρώπης προς μια πιο αυτοδύναμη πορεία ή μια μεγαλύτερη εμβάθυνση με τις ΗΠΑ και τον ατλαντικό προσανατολισμό. Οι περιφερειακοί μας σύμμαχοι -όχι μόνο το Ισραήλ- δοκιμάζονται σε πολέμους ή συσχετισμούς πιέσεων και η Ελλάδα δεν είναι συνηθισμένη στη δυναμική διπλωματία του ρεαλισμού, μένοντας τις περισσότερες φορές στην ιστορία της σε μακροχρόνια αμηχανία και διακηρύξεις αρχών που δεν καλύπτουν την πραγματικότητα.
Σε πρακτικό επίπεδο η ψήφος μας στις ευρωεκλογές γίνεται πολύ σημαντική, με δεδομένο ότι χρειαζόμαστε μια ισχυρή και συγκροτημένη ελληνική ομάδα βουλευτών, σε όλες τις πτέρυγες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με εθνική αντίληψη και όχι κομματική, γιατί την επόμενη πενταετία θα προκύψουν οι νέοι όροι της ευρωπαϊκής συνοχής. Έτσι, ας ελπίσουμε ότι η ψηφοφορία και η σταυροδοσία θα προκρίνει τους καταλληλότερους ευρωβουλευτές και μετά τις εκλογές θα υπάρξουν κοινές συνεδριάσεις των κομμάτων σε εθνικό επίπεδο ώστε να προκριθούν πολιτικές εθνικού συμφέροντος -και όχι κομματικού πατριωτισμού- σε κρίσιμα και δομικά ζητήματα.
Στο πεδίο της κυβέρνησης είναι στη διάθεση του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη να αναδιατάξει την κυβέρνησή του και να συγκροτήσει τις επιτελικές του ομάδες, ούτως ώστε ό,τι προκύψει να μπορεί να αντιμετωπιστεί ως διαχείριση κρίσης με τον καλύτερο τρόπο, χωρίς να υπάρξουν καθοριστικές εμπλοκές στη διακηρυγμένη εθνική στρατηγική. Κρίσιμο θα είναι στον οικονομικό και επιχειρηματικό τομέα να πυκνώσουν οι επαφές και οι συζητήσεις μεταξύ πολιτικών και επιχειρηματιών όλων των επιπέδων, ενώ σημαντικό ρόλο θα πρέπει να έχει η Τράπεζα της Ελλάδας στον συντονισμό όλων με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα που ούτως ή άλλως διεθνοποιείται. Επίσης η κεφαλαιαγορά της Ελλάδας υπόκειται στις συζητήσεις στο ευρωπαϊκό πεδίο για την επόμενη μέρα. Εν ολίγοις η συγκυρία δεν ευνοεί τους… ανέμελους.