ΣΤΙΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ κορυφής αλλά και στα συμβούλια των υπουργών η διαπραγμάτευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συνεχής. Αυτή είναι μια συνήθης έκφραση που ακούμε χρόνια τώρα από «κοστουμάτους» κυρίους ή τεχνοκράτισσες κυρίες, ηγέτες εθνών, διπλωμάτες, τραπεζίτες, ειδικούς συμβούλους, ευρωβουλευτές, χιλιάδες «λομπίστες» πίσω από την κουίντα. Στο τέλος της ημέρας «οικογενειακές» φωτογραφίες, καθωσπρεπισμός παλαιού τύπου, ενημέρωση στους δημοσιογράφους. Όλη αυτή η επίπλαστη πραγματικότητα της τάχα ισχυρής γεωπολιτικής οντότητας Ευρώπη δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ευτελές «παζάρι» ειδικών και ανταγωνιστικών μεταξύ τους συμφερόντων, συμφωνιών κάτω από το τραπέζι, εκβιασμών, πιέσεων, ευέλικτων συγκλίσεων, επιβολής ισχύος στους μειονεκτούντες, που θυμίζει, κακά τα ψέματα, μεσαιωνικής εποχής ζωοπανήγυρη. Η Κομισιόν μια γκρίζα, αδιαφανής, αμοραλιστική, ανώνυμη, εσωστρεφής, παραδόπιστη γραφειοκρατία σοβιετικού τύπου οργανώνει τις επικρατούσες στρατηγικές της ένωσης, που αφορούν την ευημερία λαών και εθνών των κρατών-μελών αλλά κυρίως το ποιοι όμιλοι από ποιες χώρες-μέλη θα βγουν ευνοημένοι και ποιοι όχι, διαμοιράζοντας ταυτόχρονα την κοινή περιουσία της Ευρώπης, ως δική της περιουσία, ενώ είναι το σύνολο της συνδρομής των φορολογουμένων των εθνικών κρατών της Ένωσης. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, δύο φορές τον χρόνο και σε κάποιες περιπτώσεις με έκτακτες συγκλήσεις λόγω συνθηκών, μαζεύονται οι πολιτικοί ηγέτες, δημοκρατικά εκλεγμένοι, των κρατών-μελών για να πάρουν αποφάσεις μέσα σε ελάχιστα 24ωρα. Συμφωνούν, διαφωνούν, αλληλοεκβιάζονται, χαριεντίζονται και τελικά επικυρώνουν ως προς το μείζον ή το λιγότερο μείζον τις προετοιμασμένες αποφάσεις της Κομισιόν. Αυτή είναι η κορύφωση της ευρωπαϊκής θεατρικότητας.
ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ένταση την προηγούμενη δεκαετία στην Ελλάδα, όχι αδικαιολόγητα, προβληματισθήκαμε, διαφωνήσαμε, συγκρουσθήκαμε, μπερδευτήκαμε για το αν θα έπρεπε να μείνουμε σε αυτή την «παράσταση» με τα πολλά κονδύλια και τις περισσότερες δεσμεύσεις. Καταλήξαμε σωστά ότι δεν μπορούσαμε πλέον να φύγουμε, άρα θα έπρεπε να πειθαρχήσουμε, να συγκροτηθούμε με τις κυβερνήσεις μας και να σταθούμε ορθοί στις προδιαγραφές της κοινής νομισματικής ζώνης. Το εγχείρημα πέτυχε. Χρόνια μετά, βαθμηδόν, βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να πληρούμε ως Ελλάδα τα κριτήρια βιωσιμότητας εντός της ευρωζώνης, με την κυβέρνησή μας υπό την ηγεσία Μητσοτάκη να θεωρείται από τις πλέον αξιόλογες στην Ευρώπη, όπως και η πολιτική κανονικότητα στη χώρα. Όμως η ευτέλεια της δομημένης Ευρώπης, τόσο σε επίπεδο διάρθρωσης όσο και αρχών και αξιών, αποτελεί τελικά κραυγαλέο υπόδειγμα αποτυχίας και θύματος της τάχα «πολιτικής ορθότητας» του «τέλους της ιστορίας». Η παρακμή της Δύσης είναι παροιμιώδης, αν κρίνουμε από την ευρωπαϊκή συσσωμάτωση. Αν κρίνουμε από την ευτέλεια των υποχωρήσεων του ημι-αυταρχικού Όρμπαν της Ουγγαρίας, προκειμένου να δοθούν άλλα 50 δισεκατομμύρια ευρώ στον πόλεμο στην Ουκρανία που ουσιαστικά έχει τελευτήσει, ή να δώσει συναίνεση στην αναδιάρθρωση του προϋπολογισμού μέχρι το 2027 ή στην ένταξη της Δυτικής Ουκρανίας ή της Μολδαβίας που έχει λογική. Του αναγνωρίσθηκε «κράτος δικαίου» εντελώς ξαφνικά και του αποδέσμευσαν 10 δισ.
ΑΠΟ ΤΗΝ άλλη, ο γερμανός καγκελάριος, μιλώντας στο Κοινοβούλιο του, θυμήθηκε ότι βιάζει η προενταξιακή πορεία της Αλβανίας του Ράμα και κάλεσε την Ελλάδα, με υπονοούμενο να δει τη «μεγάλη εικόνα». Αντί να καλέσει τηλεφωνικά τον Αλβανό να αφήσει τον Μπελέρη να ορκισθεί γιατί εξελέγη ή να καλύψει το κενό του στο «κράτος δικαίου» στη χώρα του. Υπάρχει ένα δικαίωμα που δεν θα πρέπει υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να εγκαταλείψουμε ποτέ. Και αυτό είναι η ομοφωνία. Δεν μπορούν να μας το πάρουν. Δεν αξίζει να «δωροδοκηθούμε» για να το δώσουμε. Είναι άλλωστε ο τελευταίος κρίσιμος κρίκος που κρατά την Ένωση σε συνοχή…