Οι «δεξαμενές» που έβγαλαν υπουργούς

Η μία είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση και η δεύτερη «πηγή» και σαφώς μεγαλύτερη είναι οι φοιτητικές παρατάξεις και πολιτικές νεολαίες, που ωστόσο τα τελευταία χρόνια πνέουν τα λοίσθια
09:12 - 18 Μαρτίου 2025

Ο ανασχηματισμός -ο πρώτος στ’ αλήθεια μεγάλος στα πεντέμισι χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας- δίνει μεταξύ άλλων μια ευκαιρία στη νεότερη γενιά του κυβερνώντος κόμματος να αποδείξει την αξία της και να δείξει στην πράξη ότι πράγματι άξιζε την ευκαιρία αυτή. Για πρώτη φορά, μια πλειάδα υπουργών, αναπληρωτών υπουργών και υφυπουργών είναι παιδιά της Μεταπολίτευσης, γεννημένοι δηλαδή από το 1974 και μετά, κάποιοι δε και αρκετά μικρότεροι.

Μιλάμε βέβαια για νεότερη γενιά και όχι για νέα, καθώς ως χώρα χρειαζόμαστε ένα κάποιο διάστημα ακόμα μέχρι να φτάσουμε εκεί. Στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη έχουμε δει στην πρόσφατη πολιτική ιστορία, για παράδειγμα, τον Γκαμπριέλ Ατάλ να γίνεται στα 35 του πρωθυπουργός της Γαλλίας, τη Σάνα Μαρίν στα 34 πρωθυπουργός της Φινλανδίας, τη Μέτε Φρεντέρικσεν στα 42 πρωθυπουργός της Δανίας, τον Λίο Βαράντκαρ στα 38 του πρωθυπουργός της Ιρλανδίας. Και πολλές ακόμα τέτοιες περιπτώσεις βέβαια σε πόστα υπουργών, υφυπουργών κ.λπ.

Στην Ελλάδα της υψηλής νεανικής ανεργίας, της δυσκολίας απογαλακτισμού από το σπίτι, της έλλειψης εμπιστοσύνης των εργοδοτών στους εικοσάρηδες, αυτά τα φαινόμενα θα αργήσουμε ακόμα να τα δούμε – πρέπει πρώτα να αλλάξουν οι υποβόσκουσες συνθήκες.

Ας γυρίσουμε όμως στο ανανεωμένο κυβερνητικό σχήμα. Έχουν γίνει τις τελευταίες ημέρες αρκετές προσπάθειες ακτινογραφίας του, μία ωστόσο δεν έχει επιχειρηθεί ακόμα: από πού κρατάει πολιτικά η «σκούφια» τους; Όχι ιδεολογικά ή κομματικά – πολιτικά. Πώς ξεκίνησαν την ενασχόλησή τους οι νεοεισερχόμενοι με την πολιτική, που τους οδήγησε σταδιακά στο υψηλότερο κλιμάκιο, δηλαδή αυτό του υπουργικού συμβουλίου;

Το ερώτημα δεν είναι φιλοσοφικό, είναι απολύτως πρακτικής σημασίας και συνδέεται και με τη διάχυτη επιχείρηση απαξίωσης της πολιτικής από διαφόρους, χωρίς βέβαια η κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας να είναι άμοιρη ευθυνών για αυτή την απαξίωση.

Αν επιχειρήσει κανείς αυτή την ακτινογραφία, θα διαπιστώσει ότι οι «δεξαμενές» είναι κατά βάση όλες κι όλες δύο. Η μία είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, από όπου ξεκίνησε π.χ. ο Βασίλης Κικίλιας (στην Αθήνα), η Έλενα Ράπτη (στη Θεσσαλονίκη), η Άννα Ευθυμίου (επίσης στη Θεσσαλονίκη) και ο Λάζαρος Τσαβδαρίδης (στη Βέροια), αλλά και η Άννα Καραμανλή (στην Περιφέρεια Αττικής), αφού όμως πρωτύτερα είχε αποκτήσει μεγάλη αναγνωρισιμότητα από την τηλεόραση. Η εκλογή ενός πολίτη σε ένα δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο είναι πιο απλή υπόθεση, καθώς χρειάζονται μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες -ανάλογα με τον δήμο και την Περιφέρεια- ψήφοι για να το πετύχει. Στη συνέχεια, με την αξία του και ανάλογα με τις συγκυρίες, μπορεί να αναρριχηθεί ψηλότερα.

Η δεύτερη και σαφώς μεγαλύτερη «δεξαμενή» είναι οι φοιτητικές παρατάξεις και πολιτικές νεολαίες, που ωστόσο τα τελευταία χρόνια πνέουν τα λοίσθια. Αυτή η γενιά των τριαντάρηδων και σαραντάρηδων της Νέας Δημοκρατίας ίσως είναι η τελευταία που βγαίνει μέσα και από αυτή τη «δεξαμενή», η οποία φαίνεται πως σταδιακά στερεύει και το κυβερνών κόμμα -όπως και τα υπόλοιπα κόμματα φυσικά- θα πρέπει να αναζητήσει στο εγγύς μέλλον άλλες πηγές για την ανανέωσή του. Το πού θα τις βρει είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα, με όχι τόσο εύκολη απάντηση για ένα κόμμα που θέλει να διατηρεί μια ενιαία ως επί το πλείστον ταυτότητα, έναν διακριτό χαρακτήρα και μια ενότητα λόγου και σκέψης.

Από τη φοιτητική παράταξη της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, λοιπόν, ξεκίνησαν να ασχολούνται για πρώτη φορά με την πολιτική αρκετοί από τους νέους υπουργούς και υφυπουργούς, που συνέχισαν την ενασχόλησή τους στα μεταπανεπιστημιακά τους χρόνια με τη νεολαία της ΝΔ, την ΟΝΝΕΔ και στη συνέχεια μεταπήδησαν στην κεντρική πολιτική σκηνή: ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης από τη ΔΑΠ της Νομικής Αθηνών και έφτασε να γίνει πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ και εν συνεχεία ευρωβουλευτής. Από την ίδια «μήτρα» και ο Γιάννης Κεφαλογιάννης (υπουργός Πολιτικής Προστασίας), ο Κωνσταντίνος Κυρανάκης (αναπληρωτής υπουργός Μεταφορών), ο Γιώργος Κώτσηρας (υφυπουργός Οικονομικών), αλλά και παλαιότερα ο Γιάννης Λοβέρδος (υφυπουργός Εξωτερικών) και βέβαια ο Σταύρος Παπασταύρου, που έφτασε να γίνει και πρόεδρος στην ευρωπαϊκή νεολαία των κεντροδεξιών κομμάτων.

Από τη Νομική του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης ο Θανάσης Δαβάκης (υφυπουργός Άμυνας), ο Γιάννης Λαμπρόπουλος (υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη) και φυσικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, Παύλος Μαρινάκης, που διατήρησε τη θέση του.

Από τη Φιλοσοφική του ΕΚΠΑ η Σοφία Ζαχαράκη (υπουργός Παιδείας), από την Ιατρική του ίδιου πανεπιστημίου ο Κώστας Βλάσης (υφυπουργός Παιδείας), από το Πανεπιστήμιο Πειραιά ο Κώστας Κατσαφάδος. Στη «γαλάζια» φοιτητική παράταξη και πολιτική νεολαία ήταν και ο Χρίστος Δήμας (υπουργός Υποδομών και Μεταφορών) στην Αγγλία και ο Χρήστος Μπουκώρος (υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης) στην Ιταλία.

Φυσικά ο καθένας εξ αυτών εξελίχθηκε μέσα από διαφορετική πολιτική, επαγγελματική και προσωπική διαδρομή, αλλά το σημείο αφετηρίας ήταν κοινό. Τώρα που τείνει να εκλείψει, η αντικατάστασή του με κάποιο ή κάποια άλλα χρειάζεται σχεδιασμό, που μένει να φανεί στο κοντινό μέλλον ποιος είναι.

Εφημερίδα Απογευματινή